Back to top

Αρχείο για Ιστορικά

ΖΗΤΩ η 25η Μαρτίου 1821!!!

Παρασκευή, 25 Μαρτίου, 2016 στις 12:13μμ | Κατηγορία: Ιστορικά | Ν.Δ.Κ.

KOLLITZOGIANNAKIS BIL PARELASH

Φωτογραφία από το παρελθόν: “Παρέλαση” στη Βλαχέρνα (1971…), με σημαιοφόρο τον Βασίλη Γ. Κολλιντζογιαννάκη. Δίπλα του, η Σοφία Ανδρ. Τσαρουχά και η Φανή Ματθ. Αρβανίτη. Δάσκαλος ο Ηλίας Κακούλιας. Οι μαθητές του σχολείου του χωριού, πηγαίνουν στην εκκλησία. Το σπίτι που φαίνεται στη φωτογραφία είναι του γερο-Λαμπίρη, ενώ φωτογράφος ήταν ο Ανδρέας Αν. Τζιώλας.   

foto-reportaz: ΒΑΣΙΛΗΣ  Γ. ΚΟΛΛΙΝΤΖΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ

Το ιστορικό «ΟΙΝΟΜΑΓΕΙΡΙΟ Το Τριφύλλι», ένα από τα πιο αυθεντικά κουτούκια της Αθήνας.

Κυριακή, 20 Μαρτίου, 2016 στις 4:22μμ | Κατηγορία: Ιστορικά | Ν.Δ.Κ.

Πίσω από το πέταλο (θύρα 13) του γηπέδου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, εκεί στο μακρινό 1956, ένα ζευγάρι με δύο μικρά τότε παιδάκια, η κυρία Κούλα, ο κύριος Κώστας, με τον Γιώργο και τη Χρυσούλα αγοράζουν δύο σπιτάκια με κεραμίδια και μία μικρή αυλή.

Η κυρία Κούλα αρχίζει να πουλάει τις Κυριακές σουβλάκια για τους φιλάθλους όταν ο Παναθηναϊκός παίζει στο γήπεδό του, προσπαθώντας να συμπληρώσει το πενιχρό εισόδημα του πατέρα που δούλευε οδηγός σε φορτηγό.
Από το 1962 στη μικρή αυλή αρχίζει να σερβίρει κολατσιό και κρασάκι στους κατοίκους των Κουντουριώτικων, στους παίκτες και στους φιλάθλους του Παναθηναϊκού, στους υπαλλήλους της Δημαρχίας και στους επισκέπτες των φυλακών Αβέρωφ.
Τα χρόνια περνούν και το κουτουκάκι των Αμπελοκήπων γίνεται τη δεκαετία του ’70 φοιτητικό στέκι, με το υπέροχο φαί, το καλό κρασί και τις πραγματικά φοιτητικές τιμές.
Το καλοκαίρι η μικρή αυλή και το χειμώνα το ένα από τα δύο σπιτάκια, στο άλλο μένει η οικογένεια, γεμίζουν από κόσμο που στα 10-12 τραπεζάκια τρώει ντολμαδάκια, κεφτεδάκια, συκωτάκια ψιλοκομμένα, μπακαλιάρο σκορδαλιά, σαλάτα, τις περίφημες τηγανιτές πατάτες και το πάντα καλό βαρελίσιο κρασί. Όλα ζεστά και αυθεντικά που τα φτιάχνει και τα τηγανίζει η κυρία Κούλα και τα σερβίρουν ο κύριος Κώστας, ο διανοούμενος ανηψιός Νίκος «Ξανθομπάμπουρας» και ο Γιώργος όταν τελειώνει η βάρδιά του στο ταξί.
Τα χρόνια περνούν και όταν το 1986 φεύγει από τη ζωή ο κύριος Κώστας. Ο Γιώργος και αργότερα ο Γιάννης (ο σύζυγος της αδελφής του, Χρυσούλας) μπαίνουν στη δουλειά και με την καθοδήγηση της κυρίας Κούλας τρέχουν τη «Θύρα».
Το καλοκαίρι του 2011 η κυρία Κούλα πεθαίνει και ο Γιώργος προσπαθεί να ξεπεράσει την απώλεια της μητέρας του δουλεύοντας. Οι φοιτητικές παρέες, οι φίλαθλοι του Παναθηναϊκού αλλά και αυτοί του Ολυμπιακού καθώς και οι οικογένειες από όλη την Αθήνα συνεχίζουν να γεμίζουν τη Θύρα 13, όπως ξέρουν πια όλοι το Οινομαγειρείο. Η παλιά σιδερένια πόρτα της αυλής ανοίγει αυστηρά στις 8:30 κάθε βράδυ εκτός της Κυριακής.

Στους δύο έχει προστεθεί πλέον ο ξάδελφος Γιώργος και ο βαπτισιμιός Πέτρος. Οι τέσσερις άνδρες πιστοί στην παράδοση συνεχίζουν να σερβίρουν τα πέντε πιάτα που έχουν κάνει γνωστό σε όλους τους καλοφαγάδες το «Τριφύλλι». Και ποιος δεν έχει δοκιμάσει τις περίφημες τηγανητές πατάτες και τα κεφτεδάκια της Θύρας; Διανοούμενοι και ηθοποιοί από την Ελλάδα και την Ευρώπη, η συντακτική ομάδα του περιοδικού ΑΝΤΙ που έτρωγε σε αυτό από τη Μεταπολίτευση έως το κλείσιμό του, λογοτέχνες, σκηνοθέτες, το σύνολο σχεδόν της ντόπιας διανόησης, δημοσιογράφοι και κριτικοί κινηματογράφου και προπάντων οι φοιτητές έχουν να διηγηθούν κάτι από την κυρία Κούλα και τον πάντα πρόσχαρο να εξυπηρετήσει Γιώργο. Ειδικά οι τελευταίοι έχουν να θυμούνται την κυρία Κούλα να τους διώχνει όταν πια η ώρα πλησίαζε μεσάνυχτα.
Ένα μαγαζί από τη δεκαετία του ’50. Όταν η Αθήνα ήταν τελείως διαφορετική, όταν στις συνοικίες της πρωτεύουσας έπαιζαν τα παιδιά και στις αυλές ακούγονταν οι συνομιλίες των ενηλίκων και τα τραγούδια του Μίκη, του Μάνου και των μεγάλων του ρεμπέτικου.

OINOMAGEIRIO PAO 13 7

OINOMAGEIRIO PAO 13 6

OINOMAGEIRIO PAO 13 5

OINOMAGEIRIO PAO 131

O Γιάννης Γ. Παπαχρόνης και ο Γιώργος  Κ. Καρούντζος

(από Βλαχέρνα Αρκαδίας)

OINOMAGEIRIO PAO 13 9

OINOMAGEIRIO PAO 13 3

*** Η Άμυνα Αμπελοκήπων, η ομάδα που ανέδειξε τον Μίμη Δομάζο, είχε ιδρυθεί το 1923 ως ανεπίσημη και το 1925 επισήμως στο πρωτοδικείο, “Άμυνα (Αμπελοκήπων)”, εφ. “Βραδυνή”, 14/8/1930. Η έδρα της Άμυνας βρισκόταν στα γηπεδάκια του συνοικισμού “Κουντουριώτη”, πίσω από το γηπ. Λεωφόρου Αλεξάνδρας, όπου αργότερα χτίστηκαν σχολεία. Το 1934 αναφέρεται και ως “Άμυνα Μπιζανίου”, από την οδό Μπιζανίου Αμπελοκήπων όπου είχε την έδρα της κάποιο διάστημα. Τότε είχε κιτρινόμαυρες ριγέ εμφανίσεις. Μεταπολεμικά εντάχθηκε στην ΕΠΣΑ. Το 2004 μετακόμισε στην Ανθούσα Αττικής και ως “Άμυνα Ανθουσας” μετέχει στο πρωτάθλημα της Ε.Π.Σ. Ανατολικής Αττικής. Το 2012 συνενώθηκε με τις ποδοσφαιρικές ακαδημίες της Ανθούσας σε ενιαίο σωματείο υπό την επωνυμία “Ακαδημία Ποδοσφαίρου “Νικητές” Ανθούσας-Μεσογείων”.

OINOMAGEIRIO PAO 138

OINOMAGEIRION

πηγή: www.tovima.gr

foto: www.popaganda.gr

Διοικητική Διαίρεση της Αρκαδίας από το 1205-1833

Δευτέρα, 8 Φεβρουαρίου, 2016 στις 9:54πμ | Κατηγορία: Ιστορικά | Ν.Δ.Κ.

α. Κατά τη Φραγκοκρατία (1205-1432) η Πελοπόννησος διαιρέθηκε σε 12 Βαρωνίες (= τα εδάφη του βαρώνου. Λατ. Baro = ελεύθερος άνθρωπος), εκ των οποίων οι εξής 5 ανήκαν στην Αρκαδία: Καλαβρύτων με 12 ιπποτικά φέουδα, Νικλίου με 6, Βελιγοστής με 4, Άκοβας με 24 και Καρύταινας με 22 ιπποτικά φέουδα. Τις δύο τελευταίες Βαρωνίες περιελάμβανε η Γορτυνία.

MORIAS 12051432

β. Κατά την Α΄ Τουρκοκρατία (1460-1685) η Πελοπόννησος αποτέλεσε ένα διαμέρισμα (Θέμα – Πασαλίκι), από τα 4 στα οποία διαιρέθηκε η Ελλάδα. Διαιρέθηκε επίσης η Πελοπόννησος και σε 24 Βιλαέτια.
Η Αρκαδία διαιρέθηκε σε 4 Βιλαέτια: Του Λεονταρίου, της Καρύταινας, της Τριπολιτσάς και του Αγίου Πέτρου, το δε Βιλαέτι της Καρύταινας διαιρέθηκε σε 4 τμήματα: Της Άκοβας και Πέρα Μεριάς, της Λιοδώρας, των Βουκών και του Κάμπου. Στο α΄ τμήμα της Άκοβας και Πέρα Μεριάς, όπως είναι φυσικό, ανήκε το Βελημάχι. Να σημειωθεί, με την ευκαιρία αυτή, ότι η περιοχή Β.Δ. του ποταμού Λάδωνα ονομάστηκε στην Τουρκοκρατία «Πέρα Μεριά».

ARKADIA 14601685

γ. Κατά την Ενετοκρατία (1685-1715) η Πελοπόννησος διαιρέθηκε σε 4 Νομούς-Επαρχίες: Της Ρωμανίας, της Αχαΐας, της Μεσσηνίας και της Λακωνίας. Κάθε Επαρχία είχε διαιρεθεί σε περιοχές (territorri), όσες ήταν και τα Βιλαέτια των Τούρκων, δηλαδή 24. Οι Βενετοί δηλαδή άλλαξαν μόνο την ονομασία των Βιλαετιών σε περιοχές (territorri). 

δ. Κατά τη Β΄ Τουρκοκρατία (1715-1821) η Πελοπόννησος διαιρέθηκε σε 23 και αργότερα σε 25 Επαρχίες (Βιλαέτια), από τις οποίες 5 στην Αρκαδία: 1) της Καρύταινας, 2) του Λεονταρίου, 3) της Τριπολιτσάς, 4) του Αγίου Πέτρου και 5) του Πραστού, το δε Βιλαέτι της Καρύταινας περιελάμβανε 4 Τμήματα που ανέφερα προηγουμένως (Α΄ Τουρκοκρατία). Το παραπάνω διοικητικό σύστημα, με κάποιες μικρές στη συνέχεια μεταβολές, διατηρήθηκε μέχρι το 1828 επί Κυβερνήσεως Καποδίστρια.

MORIAS 17151821

ε. Επί Κυβερνήσεως Ι. Καποδίστρια (1828-1831) και εξής μέχρι το 1833. Το 1828, επί Κυβερνήσεως Ιωάννη Καποδίστρια, η Πελοπόννησος διαιρέθηκε σε 7 τμήματα (Νομούς) και κάθε Νομός υποδιαιρέθηκε σε Επαρχίες.
Η Αρκαδία περιελάμβανε τις υποδιαιρέσεις (Επαρχίες): Της Τριπολιτσάς, του Αγίου Πέτρου και Πραστού, της Καρύταινας και του Φαναρίου (σήμερα ονομάζεται Ολυμπία). Το Βελημάχι τότε, όπως ήταν φυσικό, ανήκε στην Επαρχία της Καρύταινας. Το Καποδιστριακό Σύστημα διατηρήθηκε μέχρι το 1833, έτος κατά το οποίο το Ελληνικό Κράτος διαιρέθηκε σε 10 Νομούς και 49 Επαρχίες.
Ο Νομός Αρκαδίας το 1833 και μετέπειτα περιελάμβανε τις εξής τέσσερις Επαρχίες: 1) Μεγαλοπόλεως, με πρωτεύουσα το Λεοντάριο, 2) Μαντινείας, με πρωτεύουσα την Τριπολιτσά-Τρίπολη, 3) Κυνουρίας, με πρωτεύουσα κατ’ αρχάς τον Πραστό και μετέπειτα το Άργος, 4) Γορτύνης, με πρωτεύουσα την Καρύταινα και στη συνέχεια τη Δημητσάνα (8/11/1833). Το 1834 αναφέρεται η Επαρχία Γορτύνης ως Γόρτυνος, όνομα το οποίο φέρει μέχρι σήμερον η Ιερά Μητρόπολη «Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως».  Το όνομα Γορτυνία το έλαβε η Επαρχία το 1838 το πρώτον, και κατά το 1845 ελέγετο και πάλι Γόρτυνος. Τέλος, το αυτό όνομα Γορτυνία εδόθη στην Επαρχία το 1899 και το 1909.

από το βιβλίο του ΒΑΣΙΛΗ ΜΑΡΟΥΛΑ “Το δεύτερο Τετράδιο της Τριπολιτσάς”

ARKADIA XARTHS

πηγή: εφημερίδα ΑΡΚΑΔΙΚΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ (φύλλο 80)

Σαν σήμερα το 1843 πέθανε ο «Γέρος του Μωριά», Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Πέμπτη, 4 Φεβρουαρίου, 2016 στις 9:17μμ | Κατηγορία: Ιστορικά | TSARHL

Ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε στην Πελοπόννησο και εξ αυτού του λόγου είναι γνωστός και ως «Γέρος του Μωριά».

KOLOKOTRONHS

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε «εις τα 1770, Απριλίου 3, την Δευτέρα της Λαμπρής… εις ένα βουνό, εις ένα δέντρο αποκάτω, εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι», όπως αναφέρει στα Απομνημονεύματά του. Ήταν γιος του κλεφτοκαπετάνιου Κωνσταντή Κολοκοτρώνη (1747-1780) από το Λιμποβίσι Αρκαδίας και της Γεωργίτσας Κωτσάκη, κόρης προεστού από την Αλωνίσταινα Αρκαδίας. Η οικογένεια των Κολοκοτρωναίων από το 16ο αιώνα, που εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας, βρίσκεται σε αδιάκοπο πόλεμο με τους Τούρκους. Μονάχα από το 1762 έως το 1806, 70 Κολοκοτρωναίοι εξοντώθηκαν από τους κατακτητές.

Το 1780, ήταν 10 ετών, όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους, ένα γεγονός που σημάδεψε τη ζωή του. Στα 17 του έγινε οπλαρχηγός του Λεονταρίου και στα 20 του νυμφεύτηκε την κόρη του τοπικού προεστού Αικατερίνη Καρούσου. Το 1806, κατά τη διάρκεια του μεγάλου διωγμού των κλεφτών από τους κατακτητές, κατόρθωσε να διασωθεί και να καταφύγει στη Ζάκυνθο, όπου κατατάχθηκε στον αγγλικό στρατό κι έφθασε μέχρι το βαθμό του ταγματάρχη. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στις αρχές του 1821 αποβιβάστηκε στη Μάνη για να λάβει μέρος στον επικείμενο Αγώνα.

Στις 23 Μαρτίου του 1823 συμμετείχε στο υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στρατιωτικό σώμα που κατέλαβε την Καλαμάτα, σηματοδοτώντας την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Αμέσως μετά έβαλε σκοπό να καταλάβει την Τριπολιτσά, το διοικητικό κέντρο των Οθωμανών στον Μωριά, γιατί αλλιώτικα δεν θα μπορούσε να επικρατήσει η επανάσταση, όπως πίστευε. Η νίκη των Ελλήνων στο Βαλτέτσι (13 Μαΐου 1821) και η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821), που οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στον Κολοκοτρώνη, τον επέβαλαν ως αρχηγό του επαναστατικού στρατού της Πελοποννήσου.

Στη μάχη των Δερβενακίων (26 – 28 Ιουλίου 1822), όπου καταστράφηκε ο στρατός του Δράμαλη, αναδείχθηκε η στρατηγική του ιδιοφυΐα και η κυβέρνηση Κουντουριώτη τον διόρισε αρχιστράτηγο των επαναστατικών δυνάμεων. Η ίδια, όμως, κυβέρνηση θα τον φυλακίσει στην Ύδρα, κατά τη διάρκεια των εμφύλιων συρράξεων των ετών 1823 και 1824, όπου είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Θα τον απελευθερώσει τον Μάιο του 1825, όταν ο Ιμπραήμ απειλούσε να καταστείλει την επανάσταση και θα του αναθέσει εκ νέου την αρχιστρατηγία του Αγώνα. Μετρ του κλεφτοπολέμου και της «καμμένης γης», θα κατορθώνει να κρατήσει ζωντανή την επανάσταση μέχρι τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου (7 Οκτωβρίου 1827).

Μετά την απελευθέρωση συντάχθηκε με τον Ιωάννη Καποδίστρια κι έγινε ένα από τα επιφανή στελέχη του Ρωσικού Κόμματος. Κατά τη διάρκεια της Αντιβασιλείας διώχθηκε ως αντιβασιλικός και καταδικάσθηκε σε θάνατο τον Μάιο του 1834. Μετά την ενηλικίωσή του, ο Όθωνας του χάρισε την ποινή, τον διόρισε σύμβουλο της Επικρατείας και τον ονόμασε αντιστράτηγο.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Κολοκοτρώνης τα πέρασε στην Αθήνα με την ερωμένη του Μαργαρίτα Βελισσάρη (η σύζυγός του είχε πεθάνει το 1820), στο ιδιόκτητο σπίτι του, στη γωνία των σημερινών οδών Κολοκοτρώνη και Λέκκα. Την ίδια περίοδο υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη τα απομνημονεύματά του, που κυκλοφόρησαν το 1851 με τον τίτλο «Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836» και τα οποία αποτελούν πολύτιμη πηγή για την Ελληνική Επανάσταση.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 4 Φεβρουαρίου του 1843, λίγο μετά την επιστροφή στο σπίτι του από δεξίωση στα Ανάκτορα. Από τον γάμο του με την Αικατερίνη Καρούσου απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Πάνο (1798-1824), τον Γενναίο (1806- 1868), τον Κολλίνο (1810-1848) και την Ελένη, ενώ από τη σχέση του με τη Μαργαρίτα Βελισσάρη τον Παναγιωτάκη (1836-1893), τον οποίο αναγνώρισε με τη διαθήκη του.

13 Δεκεμβρίου 1943: Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων

Κυριακή, 13 Δεκεμβρίου, 2015 στις 9:42μμ | Κατηγορία: Ιστορικά | Ν.Δ.Κ.

Οι Γερμανοί μπήκαν στα Καλάβρυτα στις 09/12. Δημιούργησαν έναν ασφυκτικό κλοιό γύρω από την πόλη, προκειμένου να μην μπορεί κανείς να ξεφύγει. Την έντονη ανησυχία των κατοίκων κατάφερε, παραπλανώντας τους, να κατευνάσει ο Γερμανός Διοικητής, ο οποίος τους διαβεβαίωσε ότι δεν πρόκειται κανείς να πάθει τίποτε και ότι ο στόχος τους ήταν η εξόντωση των ανταρτών. Προχώρησαν αρχικά στην πυρπόληση σπιτιών που ανήκαν σε αντάρτες και αναζήτησαν την τύχη των Γερμανών τραυματιών της Μάχης της Κερπινής.

Στις 12/12, οι Γερμανοί άρχισαν να ετοιμάζονται για να αποχωρήσουν την επομένη. Το πρωί στις 13/12, ημέρα Δευτέρα, πριν καλά καλά ξημερώσει, χτύπησαν τις καμπάνες της κεντρικής εκκλησίας και Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες διέταξαν να συγκεντρωθούν όλοι οι κάτοικοι στο Δημοτικό Σχολείο, αφού πάρουν μαζί τους μια κουβέρτα και τρόφιμα μιας ημέρας. Στο κτίριο του σχολείου έγινε ο χωρισμός και ο αποχωρισμός. Τα γυναικόπαιδα κλείστηκαν στο σχολείο και οι άνδρες από 14 χρονών και πάνω οδηγήθηκαν σε φάλαγγες στην κοντινή Ράχη του Καππή. Ο χώρος ήταν προσεκτικά επιλεγμένος. Η αμφιθεατρική του διαμόρφωση δεν θα επέτρεπε σε κανένα να γλιτώσει. Οι Καλαβρυτινοί ήταν αναγκασμένοι να βλέπουν τις περιουσίες τους, τα σπίτια και ολόκληρη την πόλη, να καίγονται και, μαζί τους, να παραδίδονται στη φωτιά οι γυναίκες και τα ανήλικα παιδιά τους έγκλειστα στο κτίριο του Σχολείου, το οποίο φρουρούσαν πάνοπλοι στρατιώτες. Ο Γερμανός Διοικητής, για να καθησυχάσει και να παραπλανήσει τους συγκεντρωμένους, έδωσε το λόγο της στρατιωτικής του τιμής ότι δεν πρόκειται να τους σκοτώσουν. Ολόκληρη η πόλη παραδόθηκε σης φλόγες.

Την ίδια στιγμή ο Οδοντωτός κατηφόριζε κατάφορτος με τις σοδιές από το πλιάτσικο των Γερμανών στα σπίτια, στα μαγαζιά και τις αποθήκες, απ΄ όπου άρπαξαν ότι πολύτιμο υπήρχε. Μαζί και τα χρήματα και τα αποθέματα των Τραπεζών και των Δημοσιών Υπηρεσιών, αφού προηγουμένως ανάγκασαν τους Διευθυντές να τα παραδώσουν. Από το ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος», με μια πράσινη και ύστερα μια κόκκινη φωτοβολίδα, δόθηκε το σύνθημα της εκτέλεσης. Τα πολυβόλα θέρισαν τους Καλαβρυτινούς. Ακολούθησε η χαριστική βολή που ολοκλήρωσε το έγκλημα. Διασώθηκαν 13 άτομα.

Στο δημοτικό σχολείο, τα γυναικόπαιδα έζησαν στιγμές αγωνίας και τρόμου, καθώς οι φλόγες έζωναν το κτίριο του σχολείου. Σπάζοντας πόρτες και παράθυρα κατάφεραν τελικά να ξεφύγουν τρέχοντας μακριά από τα σπίτια που φλέγονταν, άρχισαν να αναζητούν τους δικούς τους, Μία από τις γυναίκες, η ηλικιωμένη Κρίνα Τσαβαλά, ποδοπατήθηκε από το πανικόβλητο πλήθος των γυναικόπαιδων και ξεψύχησε πριν αντικρίσει το αποτρόπαιο έγκλημα. Ύστερα, οι γυναίκες ανηφόρισαν προς το μέρος που είχαν οδηγήσει τους άνδρες και βρέθηκαν μπροστά στο πιο φρικιαστικό και απάνθρωπο θέαμα. Άνδρες, πατεράδες, γιοι και αδελφοί κείτονταν νεκροί πλημμυρισμένοι στο αίμα.

Το μεγάλο Δράμα των Καλαβρύτων είχε ξεκινήσει. Τα νιάτα, οι δημιουργικές δυνάμεις της πόλης, περιουσίες και κόποι χρόνων αφανίστηκαν στις 2:34΄ της 13ης Δεκεμβρίου 1943, όπως δείχνουν οι δείκτες του σταματημένου ρολογιού της εκκλησίας.

Η συνέχεια του δράματος βρήκε τις γυναίκες να προσπαθούν με τα νύχια να σκάψουν πρόχειρους τάφους στην παγωμένη γη του Δεκέμβρη, για να θάψουν τους νεκρούς τους. Με τις κουβέρτες που είχαν κοντά τους, μετέφεραν τους σκοτωμένους στο νεκροταφείο και άλλους έθαψαν εκεί στο λόφο, μια τραγική σκηνή που κράτησε μέρες. Ακολούθησε η προσπάθεια της επιβίωσης μέσα στα χαλάσματα, που έμελλε για χρόνια να στεγάσουν τις απορφανισμένες οικογένειες.

Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων «συγκίνησε και συνένωσε τους Έλληνες – δυνάμωσε τον αγώνα τους κατά του κατακτητή», ομολογεί ο τότε γενικός στρατιωτικός διοικητής των Γερμανών στην Ελλάδα. Οι Καλαβρυτινές Γυναίκες, οι Καλαβρυτινές Μανάδες, μορφές ηρωικές, παλεύοντας κάτω από δύσκολες συνθήκες, κατάφεραν να αναθρέψουν τα παιδιά τους και να ξαναχτίσουν την πόλη μέσα από τα ερείπια.

Στον Τόπο της Εκτέλεσης, ο Λευκός Σταυρός και η Πετρωμένη Καλαβρυτινή Μάνα, αιώνια σύμβολα του μαρτυρίου, εξακολουθούν να στέλνουν μηνύματα ειρήνης και συναδέλφωσης των λαών του κόσμου.

 Kalavryta-Raxi_Kapi

1943 – «Επιχείρηση Καλάβρυτα»

Η Κατοχή αποτελεί μια οπό τις πιο συγκλονιστικές περιόδους της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Ο λαός μας, εξαντλημένος από την πολεμική εποποιία του 1940, υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει πολλαπλές περιπέτειες και κακουχίες. Την εισβολή των κατακτητών, το πρόβλημα της επιβίωσης, την οδυνηρή περιπέτεια της πείνας, εκτελέσεις, βασανιστήρια και καταστροφές. Η ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων, τόπος με μακραίωνη ιστορική διαδρομή και επαναστατικό παρελθόν, υπέστη την περίοδο της Κατοχής τεράστιες απώλειες σε έμψυχο δυναμικό, με μαζικές εκτελέσεις αμάχων και ολοκληρωτικές καταστροφές. Το καλοκαίρι του 1943, άρχισαν εκτελέσεις, βομβαρδισμοί και καταστροφές χωριών:

• Ιούλιος 1943 (29/07): Βομβαρδισμός των χωριών Λαπάτα, Τρεχλό, Μάνεσι. Μεταξύ των 16 θυμάτων και μικρά παιδιά.

• Αύγουστος 1943 (31/08): Πυρπόληση του χωριού Άνω Λουσοί. Εκτέλεση 4 κατοίκων. Απαγχονισμός στην πλατεία του Χελμού των Καλαβρύτων του νεαρού Ντίνου Παυλόπουλου.

• Νοέμβριος 1943 (29/11): Βομβαρδισμός του χωριού Βυσωκά. 13 νεκροί, τραυματίες και καταστροφή οικιών.

Οι εγκληματικές πράξεις των Γερμανικών στρατευμάτων Κατοχής κορυφώθηκαν το Δεκέμβριο του 1943, σε μια οργανωμένη εκκαθαριστική επιχείρηση της περιοχής των Καλαβρύτων, γνωστή ως «Επιχείρηση Καλάβρυτα» («Unternehmen Kalawrita», από 5 έως 15 Δεκεμβρίου 1943). Μια από τις πιο σκληρές επιχειρήσεις της Βέρμαχτ, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη, γενικότερα.

Από τις αρχές του 1943, στο χώρο της Αιγιαλείας και των Καλαβρύτων συνέβησαν σημαντικά αντιστασιακά γεγονότα, μεταξύ των οποίων η Μάχη Ρογών-Κερπινής (16-17/10/1943), η οποία είχε σαν αποτέλεσμα τη συντριβή του Γερμανικού λόχου και τη σύλληψη 86 Γερμανών αιχμαλώτων. Μετά τη διαμόρφωση ενός γενικότερου κλίματος ανησυχίας για την αντιστασιακή δράση στην περιοχή των Καλαβρύτων, η 117 Μονάδα Κυνηγών αποφασίζει να δράσει. Τα Γερμανικά στρατεύματα, που ξεκίνησαν από Τρίπολη, Αίγιο, Πάτρα, ακολούθησαν ακτινωτή πορεία σύμφωνα με τους γερμανικούς χάρτες, με κατεύθυνση την επαρχία Καλαβρύτων και κατάληξη τα Καλάβρυτα.

Οι Γερμανικές δυνάμεις, μηχανοκίνητες και πεζοπόρες, που ξεκινούν από την Πάτρα, στις 05/12/1943 με κατεύθυνση τα Καλάβρυτα, είχαν επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Γιούλιους Βόλφιγκερ (G. Wolfinger) και ακολούθησαν το δρόμο Πάτρα – Χαλανδρίτσα – Καλάβρυτα, απόσταση 77 χιλιομέτρων. Στο ξεκίνημά τους λεηλάτησαν και πυρπόλησαν τη Μονή Ομπλού, σε μικρή απόσταση νότια της Πάτρας.

• Στις 06/12, μετά από ένα ατύχημα του Wolfinger, διοικητής ορίστηκε ο Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger), διοικητής του συντάγματος Αιγίου.

• Στις 07/12, τα πεζοπόρα τμήματα χτένισαν στο πέρασμά τους όλα τα χωριά και σκόρπισαν τη φωτιά και το θάνατο. Στην Κάτω Βλασία σκότωσαν 3 άνδρες και 1 γυναίκα και στον Κάλανο 3 βοσκούς από τα Καλάβρυτα και έναν ακόμη πολίτη. Μετά χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: η μία πήγε προς Λεχούρι – Τριπόταμα – Δίβρη και επέστρεψε από Μορόχοβα – Λειβάρτζι και η άλλη συνέχισε προς Καλάβρυτα.

• Στις 08/12, πέρασαν από το Μάνεσι και το Σαραδί, σκότωσαν 1 άνδρα.

• Στις 09/12, έφταοαν στη διασταύρωση του δρόμου Σκεπαστού-Κλειτορίας. Στο εκκλησάκι της Αγίας Άννας, συγκέντρωσαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό του χωριού Βυσωκά και, μετά από μια σύντομη ομιλία, τους άφησαν ελεύθερους. Την ίδια μέρα, μπήκαν στα Καλάβρυτα.

• Στις 10/12, εκτέλεσαν στο χωριό Συρμπάνι (Πριόλιθος) 5 άνδρες.

Οι Γερμανικές δυνάμεις από Αίγιο προς Καλάβρυτα, με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger), εφόρμησαν στα Καλάβρυτα, με 3 πεζοπόρα τμήματα.

• Στις 06/12 άλλη πεζοπόρο ομάδα, από το Αίγιο, προχώρησε με πορεία από τον Κερενίτη ποταμό προς Πλατανιώτισσα, Βιλιβίνα και Μαμουσιά, στην οποία, αφού εγκαταστάθηκε, έστησε ενέδρα.

• Στις 07/12 , πεζοπόρες φάλαγγες από το Αίγιο προχωρούν κάνοντας εκκαθαριστικές επιχειρηθείς και αφού κατέβηκαν από την οροσειρά Σταυριά πάνω από το χωριό Ρογοί, τοποθέτησαν μυδράλια και όλμους.

• Στις 08/12, ο Ebersberger χώρισε το στρατό σε δύο ομάδες και μπήκαν το πρωί στους Ρογούς. Έκαψαν ολοσχερώς το χωριό και εκτέλεσαν 65 άνδρες και παιδιά.

Άλλη ομάδα μπήκε την ίδια ημέρα στην Κερπινή, έβαλαν φωτιά και εκτέλεσαν 38 άνδρες και παιδιά,

• Στη συνέχεια, έκαψαν την Άνω και Κάτω Ζαχλωρού και σκότωσαν 19 άνδρες. Ακολούθως έφτασαν στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και σκότωσαν 16 άτομα, μοναχούς, επισκέπτες και υποτακτικούς, ενώ εκτέλεσαν και 9 μοναχούς, στη θέση Ψηλός Σταυρός.

• Στις 09/12, έφτασαν στο χωριό Σούβαρδο, όπου έβαλαν φωτιά και σκότωσαν 5 άνδρες, το ίδιο και στο χωριό Βραχνί, όπου σκότωσαν 6 άνδρες.

Στη στάση της Κερπινής εγκαταστάθηκε Γερμανική διμοιρία. Στη θέση αυτή εκτελέστηκαν 4 άνδρες.

• Στις 09/12, περνώντας από τις Αυλές των Καλαβρύτων, Γερμανικές δυνάμεις, με επικεφαλής τον Ebersberger, μπήκε στα Καλάβρυτα, όπου είχαν φτάσει και οι δυνάμεις από την Πάτρα.

• Στις 13/12, ολοκλήρωσαν την επιχείρηση, πυρπόλησαν και κατέστρεψαν ολοκληρωτικά την πόλη των Καλαβρύτων, λεηλάτησαν ό,τι πολύτιμο υπήρχε και εκτέλεσαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό της πόλης από 14 χρονών και πάνω, στη Ράχη του Καππή.

• Στις 14/12, ανέβηκαν στο Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, το λεηλάτησαν, το πυρπόλησαν και εκτέλεσαν 6 άνδρες, μοναχούς, επισκέπτες και υποτακτικούς. Την ίδια ημέρα, λεηλάτησαν το χωριό Βυσωκά, σκότωσαν 3 άνδρες και έφυγαν για την Πάτρα. Επίσης πέρασαν από το Μοναστήρι του Μεγάλου Σπηλαίου και το έκαψαν.

Τα γερμανικά στρατεύματα που κινήθηκαν από Τρίπολη με επικεφαλής τον ταγματάρχη Gnass, κατευθύνθηκαν προς Δημητσάνα και Λαγκάδια Αρκαδίας.

• Στις 07/12, δόθηκε διαταγή στην ομάδα μάχης ΚΟΚΕΡΤ να προχωρήσει από τα Παγκρατέϊκα Καλύβια μέσω του χωριού Φίλια και Τσορωτά στα Μαζέϊκα (Κάτω Κλειτορία). Την ίδια ημέρα τα Γερμανικά στρατεύματα μπήκαν στα Μαζέϊκα αναζητώντας την τύχη των Γερμανών αιχμαλώτων της Μάχης Ρογών-Κερπινής, χτενίζοντας όλα τα γύρω χωριά και τη νύχτα της 07/12 προς 08/12 έφτασαν στο Μάζι. Το ίδιο ίδιο απόγευμα, οι αντάρτες είχαν ήδη προβεί στην εκτέλεση των αιχμαλώτων.

• Οι Γερμανοί μετέφεραν τους διασωθέντες στα Μαζέϊκα και κατέθεσαν τα γεγονότα στον Συνταγματάρχη Le Suir, ο οποίος είχε ήδη φτάσει στην περιοχή.

• Οι Γερμανοί, με 12 έλληνες οδηγούς, το Σάββατο το βράδυ στις 11/12, κατευθύνθηκαν προς το χωριό Μάζι και στη συνέχεια στη θέση Μαγέρου στις 12/12, όπου βρήκαν τους εκτελεσθέντες Γερμανούς. Εκεί εκτέλεσαν 10 Μαζαίους.

• Στις 14/12, λεηλάτησαν και έκαψαν το μεγαλύτερο μέρος των Μαζεϊκων και μετά έφυγαν προς την Τρίπολη.

Στο απόρρητο ραδιογράφημα της 117 Jager Division (Αρ.1595/43), καταγράφεται ο τελικός απολογισμός της Επιχείρησης Καλάβρυτα: “…(1) Κατεστράφησαν ολοκληρωτικά τα χωριά: Ρογοί, Κερπινή, Στάση Κερπινής, Άνω Ζαχλωρού, Κάτω Ζαχλωρού, Σούβαρδο, Βραχνί, Καλάβρυτα, Μοναστήρια Μεγάλου Σπηλαίου και Αγίας Λαύρας, Αγία Κυριακή, Αυλές, Βυσωκά, Φτέρη, Πλατανιώτισσα, Πυργάκι, Βάλτσα, Μελίσσια, Μοναστήρι Ομπλού, Λαπαναγοί, Μάζι, Μαζέικα, Παγκράτι, Μορόχωβα, Δερβένι, Βάλτος, Πλανητέρου, Καλύβια. (2) 696 Έλληνες εκτελέστηκαν…”.

πηγή: www.kalavrita.gr

“Τότε… στα βουνά της Βορείου Ηπείρου (1940-41)”

Τρίτη, 27 Οκτωβρίου, 2015 στις 10:35μμ | Κατηγορία: Ιστορικά | J.Arkas

Ο Δα20151027_223100σονόμος Στέφανος Ι. Κολλίτζας γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βλαχέρνα. Ο πόλεμος με τους Ιταλούς στα Ελληνο-Αλβανικά σύνορα είχε αρχίσει και οι νικηφόρες μάχες είχαν οδηγήσει τον ηρωικό στρατό μας στα χιονισμένα βουνά της Βορείου Ηπείρου, όταν στις 27 Δεκεμβρίου 1940 κλήθηκε σε επιστράτευση και η κλάση του 1927 και μαζί μ΄αυτήν ο Στέφανος Ι. Κολλίντζας, που εκείνο τον καιρό υπηρετούσε στο δασικό τμήμα Κερατέας. Κατά τη συμμετοχή του στην πρώτη γραμμή του μετώπου στο ηρωικό εκείνο έπος κρατούσε ημερολόγιο, που τον βοήθησε στην καταγραφή των εμπειριών του και των προσωπικών του βιωμάτων από την ημέρα της στράτευσής του μέχρι τη λήξη του πολέμου.

Πενήντα πέντε χρόνια αργότερα εκδίδεται το βιβλίο του με τίτλο: «Τότε… στα βουνά της Βορείου Ηπείρου (1940-41)» (ΕΔΟΣΕΙΣ ΠΕΛΑΣΓΟΣ)

Με αφορμή την φετινή επέτειο του ΟΧΙ, για να τιμήσουμε την εποποιία και θυσία του Ελληνικού έθνους, δημοσιεύονται επεξεργασμένα αποσπάσματα από την αυθεντική καταγραφή – μαρτυρία του πολεμιστή του Βορειοηπειρωτικού Έπους Στέφανου Ι. Κολλίντζα, που δόξασε και την Πατρίδα και τη γενέτειρά του τη Βλαχέρνα.

 

[…] «Στις 2 τη νύχτα άρχισε η εκκίνηση κατάληψης της ισχυρά οχυρωμένης κορυφογραμμής του όρους Δόντι, που δέσποζε σ’ όλη την πεδιάδα του Αργυροκάστρου και από την άλλη μεριά στα γύρω υψώματα του Αώου, όπου συνάπτονταν σφοδρές μάχες και ήταν σημαντικότατη πολεμική θέση για τους Ιταλούς. Η ανάβαση ήταν πολύ δύσκολη, το έδαφος απότομο, το χιόνι παγωμένο και ολισθηρό. Σχηματίσαμε αλυσίδα ανεβήκαμε στην κορυφή και μετά από αγωνιώδη προσπάθεια φτάσαμε στα χαρακώματα. Πριν ξημερώσει, το πυροβολικό μας έβαλε καταιγιστικά στα Ιταλικά χαρακώματα, που αντέδρασαν με την ίδια ορμή. Με το χάραμα η σάλπιγγες σήμαναν «Προχωρείτε!»

Ξεπετάχτηκαν από τα χιόνια οι φαντάροι μας και με εφ’ όπλου λόγχη φωνάζοντας «Αέρα!» όρμησαν προς τα Ιταλικά χαρακώματα, τα οποία είχε καθηλώσει το πυροβολικό μας. Ο 3ος λόχος θα βάδιζε στην αριστερή πλευρά του υψώματος προς τον Δρίνον για να πλαγιοβάλει το οχυρό ύψωμα του Τσιάνο και να διασπάσει τα συρματοπλέγματα και να το καταλάβει για να εξουθενώσει την αριστερή πλευρά του μετώπου. Εμείς προχωρούσαμε και φθάνοντας πάνω από το ύψωμα Τσιάνο, βρεθήκαμε προ του εξής θεάματος: οι δικοί μας είχαν πέσει μέσα στο οχυρό εκ των όπισθεν και οι Ιταλοί βγήκαν μαχόμενοι σώμα με σώμα. Τα ιταλικά όπλα είχαν σωπάσει λόγω αυτής της σώμα προς σώμα εμπλοκής. Ένας λοχίας του λόχου μας ονόματι Καναβός χτυπούσε συνεχώς με το αυτόματο κατά των Ιταλών μουστωμένος προφανώς από τη μάχη. Ακούσαμε μια δυνατή φωνή: «Καναβέ καλύψου, πέσε κάτω Κανα..» και ένα βλήμα τον χτύπησε στο μέτωπο. Ο ηρωικά μαχόμενος εκείνος λοχίας έκαμε μια στροφή και ξάπλωσε στο έδαφος… Τέτοιου είδους ήρωες υπήρξαν πολλοί στις μάχες τούτες. Αιωνία τους η μνήμη! Οι εναπομείναντες Ιταλοί ύψωσαν τα χέρια και παραδόθηκαν.

Περάσαμε το πεδίο μάχης και πλησιάσαμε το χωριό Λέκι. Ξαφνικά δεχθήκαμε ομοβροντίες από το απέναντί μας Τεπελένι. Πέσαμε στο έδαφος να καλυφθούμε. Τα βλήματα σύριζαν και έσπαγαν στις πέτρες. Πήραμε εντολή και αποσυρθήκαμε στο καταληφθέν οχυρό, όπου οι στρατιώτες μας κρατούσαν τους Ιταλούς αιχμαλώτους για να μην τους χτυπούν τα απέναντι Ιταλικά φυλάκια, ώσπου να τους πάρουν το πολεμικό υλικό. Ένας δικός μας ξεχώρισε από το πλέγμα αυτό και ανηφορίζοντας μας φώναξε: «Είμαι ο Ανθ/στής Μαυρομάτης, έρχομαι ως σύνδεσμος του…» και ένα εχθρικό βλήμα έσκασε δίπλα του και τον διέλυσε τελείως…

Μέσω της χαράδρας καταφύγαμε στην αρχική μας θέση. Ο εχθρός μας σφυροκοπούσε αδιάκοπα με σφοδρότητα και μανία. Τη νύχτα μας έφεραν τρόφιμα και εφόδια. Κατά τη διανομή ένας όλμος έσκασε και σκότωσε τρεις στρατιώτες και τραυμάτισε εννέα. Το τι ακολούθησε είναι ανώτερο πάσης περιγραφής. Κλαυθμός και οδυρμός, ιδιαίτερα εκείνων, που είχαν τραυματιστεί θανάσιμα. Ένας απ’ αυτούς ξέσπασε σε τέτοια συγκινητικά μοιρολόγια, που και οι πέτρες ακόμα δάκρυσαν. Έπαιρνε η χαράδρα τη φωνή του, την τριγύριζε στα βράχια και την επέστρεφε σαν απόηχο πιο οδυνηρή, πιο πένθιμη και πιο λυπητερή. Μα η φωνή σιγά-σιγά αδυνάτιζε και εντός ολίγου έπαυσε για πάντα να ακούγεται. Αιωνία σας η μνήμη αθάνατοι ήρωες…

Επιδέσαμε τα τραύματα των συντρόφων μου και φροντίσαμε ολονυχτίς να μεταφερθούν στο Λάμποβο. Ο εχθρός αύξανε τη σφοδρότητα των όπλων και καταλάβαμε ότι ετοιμάζουν αντεπίθεση. Το βουνό μεταβλήθηκε σε τόπος πυρός και σιδήρου. Μέσα σ αυτό το καμίνι συρθήκαμε και καταλάβαμε θέσεις στην άκρη της ράχης. Κάποια στιγμή, αφού ο εχθρός πίστεψε ότι είχε ισοπεδώσει τα πάντα και νομίζοντας ότι δεν υπάρχει πλέον ψυχή, διέταξε αντεπίθεση με ένα τάγμα στρατού, που σίγουροι για την ανυπαρξία μας, ξεχύθηκαν με ορμή προς το μέρος μας. Τι απογοήτευση όμως, τους κατάλαβε όταν πλησίασαν και αιφνιδίως άκουσαν τα ελληνικά όπλα να κτυπούν επιτυχώς και να τους θερίζουν. Αμέσως διετάχθη οπισθοχώρηση των διασωθέντων.

Μετά την οικτρή τους αποτυχία οι Ιταλοί διατάχθηκαν να σφυροκοπήσουν ανηλεώς τις θέσεις μας. Το τι επακολούθησε είναι τελείως αδιανόητο. Ομοβροντίες ταυτόχρονα όλων των όπλων διέσχιζαν τους αιθέρες και έσπαζαν στο μέτωπο μας αδιάκοπα. Το βουνό καιγόταν κυριολεκτικά. Βρισκόμουν ξαπλωμένος στο έδαφος κοντά σε ένα ρίζωμα με το δεξιό μάγουλο εφαπτόμενο της πέτρας, που μόλις μου κάλυπτε το κράνος. Ένα βλήμα έσκασε πάνω σ αυτή την πέτρα. Ήταν τόσο μεγάλος ο κρότος που νόμιζα ότι διαλύθηκα. Συνήλθα και είδα τους νοσοκόμους που μου επέδεναν τα τραύματα, αφού είχε κάπως κοπάσει η καταιγίδα της μάχης. Ευτυχώς δεν ήταν σοβαρά. Μου είπαν ότι είχαμε 10 νεκρούς και 40 τραυματίες κάπως βαριά.

Αυτό κράτησε για μερικές ημέρες. Ένα μεσημέρι, κατόπιν ισχυρού βομβαρδισμού, ένας στρατιώτης τραυματίστηκε πολύ σοβαρά μέσα στη χαράδρα που χώριζε τα δύο αντερίσματα των αντιπάλων και φώναζε απελπισμένα: «Αδέρφια, Έλληνες, ελάτε πάρτε με» Κάθε απόπειρα όμως, καθόδου προς τη χαράδρα για βοήθεια, σήμαινε βέβαιο θάνατο. Σιγά σιγά η φωνή του τραυματία αδυνάτιζε, ώσπου σταμάτησε τελείως… Τι θέαμα θλιβερό, τι άκουσμα φρικτό… Ο συναδελφός σου να ψυχορραγεί και να μη είσαι σε θέση να του προσφέρεις βοήθεια.

 

Επιμέλεια: Γιώργος Καρούντζος

Αφιέρωμα στην εθνική επέτειο

Τρίτη, 27 Οκτωβρίου, 2015 στις 2:00μμ | Κατηγορία: Ιστορικά | J.Arkas

www.youtube.com/watch?v=6fJruDLr1_c

Η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου είναι μια σημαντική ευκαιρία για να θυμηθούμε, να διδαχτούμε και να γιορτάσουμε.

Να γιορτάζουμε αυτό που σήμερα έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ. Την αξιοπρέπεια, τον σεβασμό, την ανδρεία, την αυτοθυσία, τον ηρωισμό, τα πρότυπα που μας καθοδηγούν. Υμνούμε αυτά τα μεγαλεία σήμερα και όχι τον πόλεμο κατά των Ιταλών και κατά των Γερμανών, αφού κάθε πόλεμος σημαίνει πένθος, φόβο, θάνατο, ορφάνια και πόνο, τόσο για τους ηττημένους όσο και για τους νικητές.

Ο εορτασμός της επετείου της 28ης Οκτωβρίου έχει στόχο να αναδείξει τα πρότυπα και τα ιδανικά «Εκείνων» των ηρώων, ώστε να οδηγούν σαν αναλάμπων φάρος τις νεότερες γενιές και να καθοδηγούν τη συνείδηση των ανθρώπων να διαφυλάξουν τα ανθρώπινα δικαιώματα.

 

Πηγή: Δημοτικό Σχολείο Βυτίνας

ΒΛΑΧΕΡΝΑ-ΧΟΡΕΥΤΙΚΟ 1987 !!!

Πέμπτη, 15 Οκτωβρίου, 2015 στις 12:47μμ | Κατηγορία: Ιστορικά | Ν.Δ.Κ.

Από το αρχείο της Σοφίας Ι. Ντόκου, παρουσιάζουμε μία από τις εκπομπές της ΕΡΤ (έτος 1987) με το χορευτικό της Βλαχέρνας, υπό την καθοδήγηση των δασκάλων Αθανασίου και Ρένας Κουτσούγερα.

Το χασίς καλλιεργούνταν νόμιμα στην Αρκαδία, ενώ οι εργοστασιάρχες έκαναν και εξαγωγές σε όλο τον κόσμο!!!

Παρασκευή, 25 Σεπτεμβρίου, 2015 στις 8:50πμ | Κατηγορία: Ιστορικά | argy
Η σχέση της ανθρωπότητας με το φυτό κάνναβη χάνεται στα βάθη της ιστορίας. Καλλιεργήθηκε από τα τέλη της νεολιθικής εποχής στην Κίνα, την Ινδία, τη Μεσοποταμία, την Αίγυπτο και στην Αρχαία Ελλάδα. Η παραγωγή και η χρήση της κάνναβης αποτελούσε ανέκαθεν φλέγον ζήτημα για τις κοινωνίες μας. Διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στη διατροφή, την ιατρική, τις θρησκευτικές τελετουργίες ως ψυχαγωγική ουσία και ως πρώτη ύλη στην παραγωγή προϊόντων. Σε αντίθεση με τον Ινδουισμό και τον Βουδισμό, ο Χριστιανισμός αρνείται κατηγορηματικά τη «θεϊκότητα» της κάνναβης.
 
Μετά τη σύσταση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους ξεκίνησε η καλλιέργεια της κλωστικής κάνναβης για εμπορικούς σκοπούς, μέχρι την τελική απαγόρευσή της το 1957. Η χώρα μας μαζί με την Τουρκία και την Αίγυπτο αποτελούσαν σημαντικές εξαγωγικές δυνάμεις κάνναβης. Η χρήση ήταν ελεύθερη και καλλιεργείτο σε πρόσφορα και αποδοτικά εδάφη όπως αυτά της Πελοποννήσου.
 
 
xasis1
 
Το 1870 οι Νόμοι Αρκαδίας και Αργολίδας πρωτοστατούσαν στην καλλιέργεια της ευφορικής και κλωστικής κάνναβης. Η Τρίπολη από τα μέσα του 19ου αιώνα αποτελούσε κέντρο καλλιέργειας και εμπορίας χασίς. Πρώτος εισήγαγε τους σπόρους του χασίς στην Τρίπολη ο Γεώργιος Μακρόπουλος, γαμπρός του τότε δημάρχου Τριπόλεως Αθανασίου Γρηγορόπουλου. Μετανάστες από την Ανατολή, την Αίγυπτο, την Κύπρο με υπουργική διαταγή, δίδαξαν στον Δήμο Ορχομενού Μαντινείας τη μεθοδολογία της καλλιέργειάς της. Η εφημερίδα της εποχής «Μορέας» αναφέρει ότι το 1904 η παραγωγή στη Μαντινεία ανερχόταν στις 5.000.000 οκάδες. Το χασίς εξάγονταν στην Αίγυπτο και τη Μέση Ανατολή. Η φήμη του το κατέτασσε ανάμεσα στα καλύτερα του κόσμου. Οι περισσότερες κατασχέσεις στην Τύνιδα της Τυνησίας είχαν σφραγίδα ελληνικών εργοστασίων, με κυριότερο τον οίκο «Σταύρου Κοτσακέ εν Τριπόλει». Υπήρχαν οι ποικιλίες καννάβι και ινδικό καννάβι. Διέφεραν ως προς το ότι το καννάβι δεν είχε καθόλου οσμή. Τα δενδρύλλια ορθώνονταν σε ύψος 1 με 2 μέτρα και είχαν πάχος 1 με 3 εκατοστά. Τα φύλλα ήταν στενά και στο τελείωμά τους σαν το πριόνι.
 
Η σπορά γινόταν από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Απρίλιο με την ίδια διαδικασία της σποράς του σιταριού. Τα δενδρύλλια ωρίμαζαν μέχρι τον Αύγουστο, τα σκάλιζαν, έδιωχναν τα άγρια χόρτα, τα έκοβαν και τα άπλωναν στο χωράφι να ξεραθούν για 10 μέρες. Τελικά τα μάζευαν σε δεμάτια και τα αποθήκευαν. Χαρακτηριστικές αναφορές της επίδρασης κατά τη συγκομιδή τους είναι ότι οι νεαρές κοπέλες της περιοχής, όταν έφευγαν από το χωράφι καθ’ οδόν προς το σπίτι τους, ήταν πάντα εύθυμες αλλά και πειρακτικές, σε σημείο θράσους, απέναντι στους περαστικούς. Στα εργαστήρια χασίς εργαζόταν πολύς κόσμος, μέχρι γυναίκες και παιδιά. Η κατεργασία γινόταν το χειμώνα, εποχή ακατάλληλη για γεωργικές εργασίες. Ξεχώριζαν το ξύλο από τα φύλλα και τον σπόρο. Τα φύλλα τα έτριβαν αρχικά πάνω σε ειδικό συρμάτινο τελάρο με χοντρές τρύπες κι έπειτα σε τελάρα με πιο ψιλές τρύπες ώστε να απομονώνονται οι σπόροι. Τα φύλλα γίνονταν σκόνη, η οποία λόγω της ουσίας που περιείχαν σχηματιζόταν σε μία μάζα και κοβόταν σε πλάκες για κάπνισμα. Οι δε σπόροι πωλούνταν. Οι νοικοκυρές άπλωναν τους κορμούς των δενδρυλλίων στις αυλές των σπιτιών ή στα αλώνια και τους χτυπούσαν με ραβδί ώσπου να φύγουν τα υγρά από τον κορμό. Τη φλούδα του κορμού που απέμενε τη στέγνωναν στον ήλιο. Έπειτα σχημάτιζαν μπάλες (τουλούμπες), τις έγνεθαν με τη ρόκα κι έκαναν κλωστές. Το χασίς το συσκεύαζαν σε χειροποίητα μικρά υφασμάτινα σακίδια, πάνω στα οποία τυπώνονταν με μαύρο ή κόκκινο μελάνι το σήμα του εργοστασίου, το όνομα και η διεύθυνση του εργοστασιάρχη.

xasis2
 
Κάθε παραγωγός διέθετε ξεχωριστό διακριτικό σήμα για το προϊόν του. Ο ελέφαντας ήταν σήμα του κτηματία Πέτρου Καραμάνου στο χωριό Στενό. Η ποιότητά του καθοριζόταν ανάλογα με τη χρονιά όπως στο κρασί. Ο Γάλλος περιηγητής Henry de Monfreid επισκέφτηκε ο ίδιος την οικογενειακή επιχείρηση Καραμάνου στο Στενό για να εμπορευτεί χασίς. Αναφέρει ότι υπήρχε οργανωμένο δίκτυο Ελλήνων, οι οποίοι αναλάμβαναν να συνοδεύσουν τους υποψήφιους πελάτες και να πάρουν τις τελωνειακές άδειες. Στο δίκτυο αυτό συμμετείχαν όχι μόνο άνθρωποι του περιθωρίου αλλά και μορφωμένοι, της καλής κοινωνίας, άνδρες και γυναίκες, μαζί με τους απαραίτητους μεταφραστές και τα ανάλογα τηλεγραφήματα. Από το Στενό θα φόρτωναν την παραγγελία του στον σιδηρόδρομο και από τον Πειραιά, με ελληνικό ατμόπλοιο θα μεταφερόταν στη Μασσαλία. Ο περιηγητής δεν παρέλειψε να θαυμάσει την εργατικότητα, το πνεύμα οικονομίας, τη μυστικότητα, τη φιλοξενία των Ελλήνων και την ομορφιά της ελληνικής φύσης. Ο πελάτης είχε δικαίωμα δοκιμής του καπνού του χασίς. Το μέγεθος της φλόγας ήταν ανάλογο της ποιότητάς του. Η σοδειά είχε αποθηκευτεί σε σκοτεινό υπόγειο, όπου εργάτες χτυπούσαν με τα μπαστούνια τους σάκους για να κονιορτοποιήσουν το περιεχόμενο. Μετά φυλάσσονταν ολονυχτίς σε σιταποθήκη μέχρι το πρωί. Ακολουθούσε το κοσκίνισμά του από τις γυναίκες σε ειδικό τραπέζι και οι άντρες το τοποθετούσαν σε λεκάνες για να ομογενοποιηθεί. Μια υδραυλική πρέσα σχημάτιζε ομοιόμορφα μικρά σακίδια προς πώληση.
 
Υπήρχαν πολλά εργαστήρια στην Τρίπολη όπως του Αγγελίδη , Β. Βαφειόπουλου με 15 εργάτες στην οδό Σπετσεροπούλου και Νικηταρά. Ο Κ. Θαλασσινός, του Γεωργίου Σ. Κωτσάκη με 20 εργάτες στην οδό Ταξιαρχών, του Π. Καράκαλου με 25 εργάτες, ο Τ. Καρακάλος, ο Σ. Καραμάνος, ο Γ. Καραχάλιος, ο Π. Καραχάλιος, ο Π. Λυμπερόπουλος, ο Δ. Ματζαγριωτάκης, ο Ι. Μαυρόγιαννης, ο Κ. Μικρούλης, ο Γ. Μουτσόπουλος, ο Ν. Μουτσόπουλος, ο Γ. Μπακόπουλος, ο Δ. Ματζαγριωτάκης, ο Κ. Μαυρόγιαννη, ο Μιχ. Κουγιούφας, ο Πέτρος Καραμάνος, ο Μ. Πετρόπουλος, ο Αργύρης Παπαοικονόμου, ο Γ. Σπορίδης, ο Κ. Σπορίδης.
Η καλλιέργεια σταμάτησε εξαιτίας επίμονων πιέσεων της βρετανικής διπλωματίας ότι δεν θα αγόραζαν εις το εξής ελληνική σταφίδα, αν δεν έπαυε η καλλιέργεια κι η εξαγωγή χασίς. Δύο εκδοχές αιτιολογούν την εκβιαστική πίεση των Άγγλων. Η πρώτη ότι αντιμετώπιζαν μεγάλο πρόβλημα στην Αίγυπτο λόγω του ότι οι Αιγύπτιοι εργάτες κάπνιζαν πολύ χασίς με συνέπεια τη μείωση της ντόπιας παραγωγής. Η δεύτερη εκδοχή είναι ότι με την κυκλοφορία του ινδικού χασίς θα αποκόμιζαν τεράστια οικονομικά οφέλη, αφού η Ινδία ήταν δική τους αποικία. Ως αποτέλεσμα της εξωτερικής πολιτικής, η Ελληνική Κυβέρνηση το 1906 επέβαλε φόρο στην καλλιέργεια χασίς και τελωνειακούς περιορισμούς.
 
Το 1919 η Συνθήκη των Βερσαλλιών είχε θέσει ως όρο να καταργηθεί η καλλιέργεια και εμπορία χασίς λόγω εθισμού κι επιβλαβών επιπτώσεων στην υγεία. Η Ελλάδα ακολούθησε τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη και με το νομοθετικό διάταγμα της 7/11/1925 θεσπίστηκε η απαγόρευση εμπορίου χασίς για δέκα χρόνια, έως την 1η Ιανουαρίου 1936. Σκοπός ήταν να εξαντληθούν τα αποθέματα και να διατεθούν στο εξωτερικό, ώστε να μην ζημιωθούν οικονομικά. Κατά συνέπεια άρχισε να μειώνεται το εργατικό δυναμικό στα χασισοεργαστήρια και οι καλλιεργητές στη Μαντινεία άρχισαν να καλλιεργούν άλλα είδη. Μετά τη δικτατορία του Μεταξά επεβλήθησαν σκληρά μέτρα με αποτέλεσμα να σταματήσει οριστικά η καλλιέργεια κι εμπορία χασίς. Στις εκλογές του 1920, όταν ήρθε στην Τρίπολη για την προεκλογική περιοδεία ο Λεβιδαίος Αλέξανδρος Παπαναστασίου, υπουργός της Κυβέρνησης Βενιζέλου, οι συμπατριώτες του τον παρακάλεσαν να βοηθήσει στην αναστολή της απόφασης του νόμου της απαγόρευσης καλλιέργειας χασίς. Ο διακεκριμένος πολιτικός όχι μόνο δεν ενήργησε θετικά στο αίτημα των συμπατριωτών του, αλλά συνέστησε στον Νομάρχη να επιβάλει πιο αυστηρά μέτρα.
Το 1932 το Ελληνικό Κράτος απαγορεύει την καλλιέργεια και κατοχή ινδικής καννάβεως. Ο δήμαρχος Ορχομενού Μαντινείας Γ. Κ. Μακρής αναφέρει ότι από τις αποζημιώσεις των καλλιεργητών παρακρατήθηκε ένα ποσοστό και ότι αυτά τα κρατικά έσοδα στήριξαν έργα υποδομής στην Πελοπόννησο.
 
ΠΗΓΗ: arcadiaportal.gr του Χρ.Η. Μήτσια

Σαν σήμερα πριν 71 χρόνια

Παρασκευή, 16 Ιανουαρίου, 2015 στις 11:10πμ | Κατηγορία: Ιστορικά | THANOS

Απόσπασμα από το βιβλίο του Θανάση Β.Πανούση:

Ο δάσκαλος Γιάννης Β.Πανούσης.

0000

«Οκτώ μέρες έμεινε στις φυλακές (σφαγεία Τρίπολης) ο Γιάννης Β. Πανούσης. Ημέρες βασανιστηρίων, μαρτυρίων, Γολγοθά.

Στις 14 Γενάρη 1944, στα σφαγεία το ΄΄μπιζ΄΄  έχει φουντώσει στους θαλάμους των φυλακισμένων, όσο ποτέ άλλοτε. Ο Γιάννης πρώτος στο παιχνίδι, οι φωνές και τα γέλια δε σταματούσαν. Είδαν από το απόγευμα τον προδότη, που επισκέφθηκε το γερμανό αρχιφύλακα κι όλοι κατάλαβαν την αιτία. Αύριο πολλοί απ αυτούς δε θα ‘ταν στη ζωή, κρεμάλα ή μουσκέτο. Ποιος ξέρει; Γι’ αυτό βάλθηκαν να γλεντήσουν.

15 Γενάρη, Σάββατο, στις 5 το πρωί, κατέφθασαν οι προδότες. Οι φυλακισμένοι μπήκαν στη γραμμή κι άρχισε ο κατάλογος:

Δεληγιάννης Στέφανος, Εξαρχέας Αντώνης, Ζυγούρης Γιώργης, Μαυροειδής Φώτης, Μάρους Κωνσταντίνος, Πανούσης Γιάννης, Σιούμπλης Θανάσης, Σταυρόπουλος Νικόλαος, Τσεμπέρης Κωνσταντίνος, Φωκάς Μάριος.

Μετά από λίγο το πρώτο μπαλκόνι δέχτηκε δυο ήρωες στην αγχόνη. Πάρα πέρα ακούστηκαν φωνές. Ο Γιάννης τραγουδούσε: ΄΄εμπρός παιδιά και ξημερώνει ημέρα! Ζήτω η ελευθεριά! Ζήτω η Ελλάδα! Ζήτω η ΕΠΟΝ! Το αίμα θα εκδικηθεί! Ένας χάνεται χιλιάδες φυτρώνουν!΄΄, ενώ του περνούσαν το σχοινί στο λαιμό.

Στη μνήμη των επιζώντων είναι αληθινή η μαρτυρία! Πόσο ξεχείλισμα λεβεντιάς και πίστης στην ελευθερία! Πόση ανθρώπινη αξία έδωσαν με την ηρωική τους στάση στις τελευταίες στιγμές. Κανένας δεν λιγοψύχησε, δεν λύγισε. Ανέβηκαν όλοι καρτερικά και γενναία τη σκάλα του μαρτυρίου και της θυσίας, με ηθικό εθνομαρτύρων, ζητωκραυγάζοντας την Ελλάδα και την Ελευθερία.

Το μήνυμά τους ξαπλώθηκε γρήγορα απ άκρη σ’ άκρη στις αρκαδικές πόλεις και δυνάμωσαν τον αγώνα της νεολαίας.»

Επιμέλεια: Γιώργος Ι.Καρούντζος