Αρχείο για Ιστορικά
Eορτασμός της Εθνικής Αντίστασης στη Βλαχέρνα (αρχές δεκαετίας 1980)!
www.facebook.com/kostas.kollintzogiannakis/videos/2824261720990039/?t=61
Από τον συμπατριώτη μας, Κώστα Κολλιντζογιαννάκη.
Το σήμα της Επιτροπής «Ελλάδα 2021».
Το σήμα της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» επιχειρεί να αποτυπώσει την πολυκύμαντη διαδρομή του Ελληνικού κράτους, με τις επιτυχίες και τις δύσκολες στιγμές που την σημάδεψαν, αλλά και να αναδείξει την ανάγκη της «φυγής προς τα εμπρός», με τους δρόμους που ανοίγονται στο μέλλον.
Το σήμα της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» είναι χορηγία της Ένωσης Εταιριών Διαφήμισης και Επικοινωνίας Ελλάδος (ΕΔΕΕ), και αναπτύχθηκε από το Beetroot Design Group.
Στην ιστοσελίδα www.greece2021.gr μπορούν να υποβληθούν προτάσεις προς την Επιτροπή ΕΛΛΑΔΑ 2021, για την υλοποίηση δράσεων ή εκδηλώσεων στο πλαίσιο της επετείου των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821. Πρόταση μπορούν να υποβάλουν Δημόσιοι ή Ιδιωτικοί φορείς, ενώσεις φυσικών προσώπων ή ακόμα και μεμονωμένοι ιδιώτες. Οι προτάσεις θα αξιολογούνται από τα μέλη της Ολομέλειας και με βάση την κρίση τους, θα εντάσσονται στο συνολικό Πρόγραμμα της Επιτροπής και θα δρομολογείται η υλοποίησή τους.
Ο 1ος Λαμπαδηδρόμος στην Ολυμπιάδα της Μελβούρνης το 1956, καταγόταν από το Λεβίδι!!
Στην Ολυμπιάδα της Μελβούρνης το 1956, στην τελετή αφής της φλόγας, ο 1ος Λαμπαδηδρόμος ήταν ο Διονύσιος Παπαθανασόπουλος, με καταγωγή από Λεβίδι!
Τα παραπάνω αποσπάσματα είναι από την συνέντευξη την οποία έδωσε (2016) στην εφημερίδα “Εθνικό Κήρυκα” της Νέας Υόρκης!
Ο κ. Διονύσης Παπαθανασόπουλος στην Αφή της Ολυμπιακής Φλόγας του 1956, όταν πήρε τη Δάδα από τα χέρια της Πρωθιέρειας Αλέκας Κατσέλη, για να αρχίσει το ταξίδι της, προς τη Μελβούρνη!
Όπως ο ίδιος αναφέρει:
«Η επιλογή μου έγινε κατόπιν πολλών δοκιμασιών σε συγκεκριμένο δύσκολο άλμα, το οποίο επιθυμούσε ο σκηνοθέτης της όλης τελετής. Με αυτό το άλμα, έπρεπε, αφού θα έπαιρνα την Δάδα από τα χέρια της Πρωθιέρειας Αλέκας Κατσέλη, να κάνω επιτόπια στροφή και να περάσω πάνω από το τοιχείο του Ναού της Ήρας, με εσωτερικό ύψος 0,70 εκ., πλάτος 0,80 εκ. και ύψος 1,70 εκ. Ήμουν ο μόνος, ανάμεσα σε πάρα πολλούς υποψηφίους, που εκτέλεσε, σε όλες τις δοκιμαστικές επαναλήψεις, τις οδηγίες του σκηνοθέτη».
Δοκιμασίες, πρόβες, επαναλήψεις για να βγει ένα αποτέλεσμα τέλειο, ένα αποτέλεσμα που θα κάνει περήφανη την Ελλάδα. Έτσι το έβλεπαν τότε, έτσι το ήθελε ο κ. Παπαθανασόπουλος, έτσι έπρεπε να γίνει, γιατί έτσι είχαν μάθει οι άνθρωποι. Έτσι είχαν μάθει οι τότε Έλληνες, ότι πρέπει να κάνουν περήφανη την Ελλάδα, χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς προσωπικό κέδρος. Ένα πολύ δύσκολο φορτίο στις πλάτες ενός 21χρονου αθλητή που, όμως, είχε δυνατό σύμμαχο: «Την νύχτα μετά την επιλογή μου την πέρασα με αγωνία κι ελπίδα ότι όλα θα πάνε καλά και κατ’ ευχήν. Οι φίλοι μου κι οι συγγενείς ένιωθαν περίεργα, με αντιμετώπιζαν κυρίως σαν κάτι το ιερό. Η επόμενη μέρα πέρασε με αλλεπάλληλες πρόβες για να επιτευχθεί το τέλειο αποτέλεσμα. Σημαντικό ρόλο για να εγκλιματιστώ στην ιδέα και το μεγαλείο της όλης Τελετής, έπαιξε η Αλέκα Κατσέλη. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα λόγια της: «Αυτήν τη στιγμή δεν είσαι ένας οποιοσδήποτε άνθρωπος, είσαι ένας Θεός που φέρνει Μήνυμα Ειρήνης σε όλη την Ανθρωπότητα». Αυτή ήταν και όλη μου η επικοινωνία με την Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή».
*** Ο πατέρας του Διονύση Παπαθανασόπουλου, ήταν από το Λεβίδι, ενώ η μητέρα του, ήταν από τα Λαγκάδια! Ο ίδιος λόγω του επαγγέλματος του πατέρα του, γεννήθηκε στην Ελασσόνα. Σήμερα (2019) κατοικεί στην Κηφισιά Αττικής. Το vlaxerna.gr ευχαριστεί τον υιό του, Γεώργιο Παπαθανασόπουλο, για το υλικό που μας έδωσε!
Ασπρόμαυρης Μνήμης θραύσματα!!
www.facebook.com/kostas.kollintzogiannakis/videos/2468235076592707/
Υπέροχο βίντεο του συμπατριώτη και φίλου
Κώστα Κολλιντζογιαννάκη!
Κυνήγι: Από τον ποδαρόδρομο…..στο ΝΑVΑRΑ!!
…του Αθανασίου Γ. Κουτσούγερα-Δάσκαλου
Τα ‘χω μαζεμένα σε μας τους σημερινούς κυνηγούς (και στην αφεντιά μου φυσικά) για τον τρόπο που γίνεται τη σήμερον ημέρα το κυνήγι. Τώρα που έχουμε ανάπαυλα αξίζει να τα πούμε λιγάκι!
Σήμερα λοιπόν, το κυνήγι είναι ξεκούραστο. Χαβαλές, λακριντί και καλαμπούρι. Παλιότερα ήταν – μαζί με όλα αυτά φυσικά – και σχέτη περιπέτεια. Ήταν πολύ κουραστικό και σχεδόν μέσο επιβίωσης διότι εξασφάλιζε και επίλεκτη τροφή, αλλά ικανοποιούσε και υποχρεώσεις δώθε-κείθε που είχαμε. Τα πιο πολλά κυνήγια τα πηγαίναμε πισκέσι, σε κανά βουλευτή, σε γιατρό ή τέλος πάντων σε κάποιον που νομίζαμε ότι θα τον χρειαστούμε για καμιά εκδούλευση ή για κανά ρουσφέτι. Ακόμα και τον Αγροφύλακα φιλεύαμε καμιά φορά και είναι αυτονόητο για ποιο λόγο. Από την τραγασούρα…τα έβλεπε όλα!
Και ποιος δεν θα ζήλευε, τότε, ένα πιάτο λαγό στιφάτο ή ένα μεζέ αγριόπουλου. Στο μαγείρεμά τους, μοσκοβόλαγε όλη η γειτονιά και σπάγανε μύτες. Και τώρα βέβαια τα κυνήγια είναι επίλεκτα πιάτα αλλά τώρα μπορεί να αντικατασταθούν με άλλο είδος κρέατος που το βρίσκουμε άφθονο. Τότε περιμέναμε πότε θα σφάξουμε τα γουρούνια κοντά τα Χριστούγεννα ή πότε θα έρθει το Πάσχα για να σφάξουμε το μανάρι. Τον άλλο χρόνο βολευόμαστε με καμιά στάλα σύγκριατο, αν και αυτό το φυλάγαμε για κάναν ξένο ή με καμιά τσιγαρίδα μες στον τραχανά! Τέλος πάντων.
Ρε πώς αλλάζουνε οι τσαιροί μου ’λεγε ο μπαρμπα-Κώστας μια φορά, που του θύμιζα παλιές καταστάσεις και βούρκωνε.
Σήμερα δεν ξεκινάει κανένας κυνηγός να πάει ποδαρόδρομο στην Αρπακωτή, στη Λεύκα, στο Μέγα Διάσελο, στους Ρούχους ή στην Πίκιζα στο Τετράγωνο και στο Καντηλέϊκο και να περπατάει όλη τη νύχτα. Σήμερα έχουμε τις τζιπάρες μας, τα NAVARA μας και ξεπεζεύουμε δίπλα από το κουμάσι του ζουδιού που θέλουμε να κυνηγήσουμε!
Εκλογικά ευτράπελα!!
Γράφει ο Γιώργος Καρούντζος
Ας πούμε και κάνα ευτράπελο για να αποφορτίσουμε την κατάσταση.
Ο Μπήκας από τη Χωτούσα διαλέγει 4-5 συγχωριανούς του και κατεβαίνει στις εκλογές, για πρόεδρος του χωριού. Για να τους πείσει
τους έταζε αξιώματα και μερίδιο στα έξοδα παράστασης, που θα έπαιρνε σαν Πρόεδρος. Κάθε βράδυ τους κέρναγε και… μαγειρεύανε τα σόγια και τους ψήφους. Γίνονται οι εκλογές, τις κερδίζουν και ο Μπήκας γίνεται Πρόεδρος. Τους έβαλε σε κάποιες επιτροπές, αξιώματα όπως τα ονόμασε για να τους ευχαριστήσει. Από τότε όμως άλλαξε συμπεριφορά στην παρέα.
– Καλά, δεν πειράζει λένε, αρκεί που θα πέφτει το μάμαλο, και περιμένανε να πάρει ο πρόεδρος το μισθό για να τον μοιραστούν. Παίρνει αυτός τον πρώτο μισθό, παίρνει το δεύτερο τίποτα. Ούτε που πλησιαζότανε.
– Άι..! Λένε, την πατήσαμε… Τώρα καταλάβανε το κόλπο του.
– Κάτι πρέπει να κάνουμε. Δεν θα τον αφήκουμε έτσι. Ο Μπουρδαράς τό ‘βαλε πείσμα. Πάει μια μέρα στην Τρίπολη που είχε κάποιο γνωστό στη Νομαρχία και τού ‘κανε παράπονα, ότι ο πρόεδρος δεν τους ακούει και κάνει του κεφαλιού του και του ζήτησε να τον διώξουν και να αναλάβει αυτός, που είχε τους περισσότερους ψήφους και ήταν αντιπρόεδρος.
– Δεν γίνεται έτσι, του λέει ο υπάλληλος. Για να τον διώξουμε πρέπει να κάνει κάποιο σοβαρό παράπτωμα, απ΄αυτά που γράφει ο νόμος. Παίρνει κι ένα βιβλίο με τους νόμους των κοινοτήτων και γυρίζει στο χωριό. Βρίσκει την παρέα.
– Σας έχω νέα. Τον έχουμε στο χέρι τους λέει. Για τηράτε εδώ το νόμο. Με το πρώτο παράπτωμα θα πάει στο σπίτι του. Θα αναλάβουμε εμείς και θα μοιραζόμαστε το μιστό. Κάθε βράδυ σμίγανε και μεταξύ τους «δικάζανε» τον πρόεδρο. Τι έκανε σήμερα; Τούτο και τούτο. Τηράγανε το νόμο, μα καθώς τά ‘λεγε «μπερδεμένα», όλο τους ξέφευγε. Ο Μπουρδαράς είχε στο μαξιλάρι του το νόμο και διάβαζε τα καθήκοντα του προέδρου για να΄ναι ενημερωμένος. Μια μέρα ακούστηκε στο χωριό ότι ο πρόεδρος υπόγραψε κάτι χαρτιά σε μια γριά για να πάρει σύνταξη και λέγανε ότι ήτανε παράνομο.
– Όπα, λέει ο Μπουρδαράς, μέχρι εδώ ήτανε, έπεσε στην παγίδα. Τώρα θα ιδείτε τι θα πάθει. Πάει γρήγορα στο σπίτι να συμβουλευτεί τη νομοθεσία. Στο μαξιλάρι, είχε αφήσει ανοιχτό το βιβλίο που διάβαζε, στη σελίδα με τα καθήκοντα του Προέδρου. Σαν το διάβολο, είχε πάει μια παλιοκατσούλα και τό ‘χε μαγαρίσει…
– Άϊ ρε πούστη Μπήκα! Συχώρα που μού ‘χεσε η κατσούλα το νόμο!!!
Παπούτσι από…γκουίλα!! (παιδικές ανάγκες και χαρές μιας άλλης εποχής!)
Χαράς τον που τα φόραγε! Απέθαντα! Σκλίνος! Κυρίως εμείς τα παιδιά. Βαριά μεν, αλλά μπορούσαμε να κλωτσάμε ένα κονσερβοκούτι από το τρίτο γιοφύρι, όταν γυρίζαμε,αφού είχαμε ξεβγάλει τα ζα, μέχρι το χάνι και να μην παθαίνουν τίποτα. Κλωτσάγαμε το τόπι και πήγαινε στα μπεηβάνια. Τώρα με ποια παπούτσια τα συγκρίναμε για να λέμε ότι ήταν καλύτερα; Μα… φυσικά με τα γουρνοτσάρουχα! Αλλά και με τις αρβίλες από βακέτα ,που από το πολύ το φόρεμα καρκουλιάζανε,μισοτριβιάζανε και απάνου ήσαν πλάντρα από τόσες φόλες, πατείς με πατώ σε, που έμοιαζαν σαν ψιχαλισμένο πεζοδρόμιο. Πολλές φορές μάλιστα ραμένες με ράσινη κλονά, με τη σαμαροβελόνα, αφού δεν είχαμε γκιούλι ή παπουτσοκλονά. Δεν ήσανε τότε και πολλοί τσαγκαράδες,που έτσι και είχαν να φτιάσουν γαμπριάτικα παπούτσια από σεβρό ή λουστρίνι, τις φόλες θα τις έραβαν του ρουσαλιώνε.
Παντελόνι ντρίλινο,το γιορτινό από τσελβόλ, σε στιλ βερμούδας, λίγο κάτω από το γόνα. Είχα δει και παντελόνι ράσινο ακόμα και σαϊσματένιο. Όσο για λουρίδα παίρναμε κανά βρακοζώνι ή φτιάχναμε λουρίδα πέτσινη από κανά άχρηστο μπαλντούμι, ή κολάνι ή από καμιά παλιοκαπιστριάνα. Πολλές φορές οι μεγάλοι για λουρίδα βάνανε ακόμα και την ίγκλα του σαμαριού.
Πρέπει όμως να εξηγήσουμε ορισμένα πράγματα γιατί ίσως μερικοί να νομίζουν ότι μιλάμε αλαμπουρνέζικα. Να καταλάβουν οι νεότεροι ποιες ήταν οι δικές μας μεγάλες παιδικές χαρές, όταν ακόμα δεν είχαν βγει οι διάσημες μάρκες τα παπούτσια ΝΙΚΕ, adidas, Τiberlant, κ.λ.π. που σήμερα μόλις λίγο ξεθωριάσουν ντρεπόμαστε να τα φορέσουμε!
Και αφού πρέπει να εξηγήσουμε, να πούμε ότι η γκουίλα ήταν ένα κομμάτι από ρόδα αυτοκινήτου, περιζήτητη φυσικά, αφού τα αυτοκίνητα ήσαν λίγα αλλά και κανένας δεν πέταγε ρόδα αυτοκινήτου παρά μόνο αν έπεφτε από κανά στρατιωτικό αυτοκίνητο που δεν τη μάζευαν οι στρατιώτες γιατί δεν θα ήξεραν την αξία της. Ήταν τυχερός, παρ’ όλα αυτά, όποιος έβρισκε ένα τέτοιο κελεπούρι!
Φαντάζομαι να ξέρετε τι ήσαν τα γουρνοτσάρουχα; Όχι; Για τους νεότερους το λέω. Η λέξη η ίδια το μαρτυράει. Τσαρούχια από τομάρι γουρουνιού. Όταν τα Χριστούγεννα ή τις απόκριες σφάζανε τα γουρούνια δεν πεταγόταν τίποτα. Μαδάγανε όλο το τομάρι, και τα τσιουλιακά, που ήταν και τα μαλακά μέρη του τομαριού, τα έβραζαν, τα έκοβαν κομματάκια, τη σκόρτσα και τα έριχναν στη λαγίνα μαζί με το σύγκριατο και τις τσιγαρίδες. Το μέρος της ράχης,που ήταν σκληρό και γερό, το κρατάγανε για να φτιάξουνε τσαρούχια.
Κατάλογος σημαντικότερων οπλαρχηγών των επαρχιών της Πελοποννήσου κατά την Επανάσταση του 1821!
Ακολουθεί ο κατάλογος με τα ονοματεπώνυμα των σημαντικότερων οπλαρχηγών (καπετανέων) των επαρχιών της Πελοποννήσου κατά την Επανάσταση του 1821. Χρησιμοποιείται η διοικητική διαίρεση των επαρχιών (καζάδων) κατά την περίοδο της Οθωμανοκρατίας.
Συμπεριλαμβάνεται χάρτης με τα όρια και τις έδρες των καζάδων, τα ονόματα των τμημάτων τους (κόλια ή σέμτια) ή ονόματα σημαντικών χωριών ή συστάδων χωριών. Επίσης γίνεται και πληθυσμιακή εκτίμηση των επαρχιών αυτών με βάση υπάρχοντα στοιχεία, για την περίοδο πρακτικά μετά την άλωση της Τριπολιτσάς – έδρας του πασαλικίου του Μοριά.
Οι οπλαρχηγοί που περιλαμβάνονται είναι οι σημαντικότεροι, με βάση τη φήμη τους (μέσα απο τα απομνημονεύματα των αγωνιστών), την στρατιωτική τους δύναμη ή το μέγεθος των χωριών τους, με βάση κυρίως τα στοιχεία του Φωτάκου. Προφανώς η πληθυσμιακή αναλογία ορεινών με πεδινά-αστικά μέρη την εποχή εκείνη ήταν αντιστρόφως ανάλογη των περιόδων ειρήνης και πολιτισμένης διοίκησης.
Κατά τον Πουκεβίλ (1805) η Πελοπόννησος κατοικούταν από 400.000 χριστιανούς, 4.000 εβραίους και 15.000 μωαμεθανούς. Ο πληθυσμός των μωαμεθανών φαίνεται ότι είναι υποτιμημένος. Προσθέτοντας και τα στρατεύματα που στάθμευαν στον Μοριά προεπαναστατικά οι μωαμεθανοί στην χερσόνησο ήταν μάλλον πάνω από 40.000. Όσον αφορά τη διαίρεση των επαρχιών τα στοιχεία του Γάλλου περιηγητή είναι ακριβέστερα.
Το 1918 καταργήθηκε το χασίσι στην ορεινή Αρκαδία!
Δεν έχουν περάσει 85 έως 90 χρόνια αφότου καταργήθηκε το χασίσι, στην Πελοπόννησο ιδιαιτέρως. Δεν έχουμε γραπτά στοιχεία για την καλλιέργεια, την επεξεργασία και την κατανάλωση αυτού του είδους που επί χρόνια καλλιεργείτο στην χώρα μας. Μόνο η παράδοση μας προσφέρει μερικά στοιχεία γι’ αυτό το είδος και μερικά δημοσιεύματα της εποχής εκείνης. Το χασίσι καλλιεργήθηκε στην χώρα μας τον 18ο αιώνα έως τις αρχές του 19ου αιώνα. Το 1918 καταργήθηκε, ιδιαιτέρως στην ορεινή Αρκαδία που καλλιεργείτο στα λεκανοπέδια Παλλαντίου, Τεγέας, Μαντινείας, Ορχομενού, Καφυάς (Νασόν Δαρέικου Κάμπου) και στην περιοχή της Ασέας, καθώς και της Μεγαλόπολης, όπου βρίσκουμε στοιχεία από την παράδοση. Απέραντες εκτάσεις αυτά τα λεκανοπέδια και σε χιλιάδες στρέμματα καλλιεργείτο το χασίς ή η ινδική κάνναβη. Η καλλιέργεια του χασίς επέφερε κέρδη στους καλλιεργητές, στους εργάτες, στους εμπόρους. Τα χρόνια αυτά ήταν τα πρώτα που άνθισε η οικονομία του Κράτους. Όλη αυτή η παραγωγή πέρναγε από στάδια επεξεργασίας και τυποποίησης και εξαγόταν στις αραβικές και αφρικανικές χώρες. Μεγαλέμποροι της εποχής εκείνης έπαιρναν από τους καλλιεργητές αγρότες δεμάτια όπως θερίζονταν. Τα μετέφεραν στις αποθήκες και αμέσως άρχιζε η επεξεργασία και ο διαχωρισμός σε ποιότητες. Πολλά τα εργατικά χέρια, άντρες και γυναίκες ασχολούνταν στις αποθήκες για την διαλογή του προϊόντος.
Στο Μαντινειακό κάμπο, αρχείο ΧΡΗΣΤΟΣ Η. ΜΗΤΣΙΑΣ