Ο ΤΡΥΓΟΣ (από το αρχείο του αειμνήστου λαογράφου Φίλλιπα Κολλιόπουλου)
Μεγάλο πανηγύρι γινόταν στον τρύγο. Τότε ήσαν πολλά τα αμπέλια τρύγαγε ο κόσμος μια βδομάδα. Έκανε “πράξη” το κοινοτικό συμβούλιο και μπαίναμε όλο το χωριό μια μέρα στον τρύγο. Κουβάλαγαν το μούστο με τα ασκιά από γιδιές. Οι κουβαλητάδες μπροστά στα πουκαμισά τους και τα παντελόνια ήταν γεμάτοι λάσπη-κορυά από τις γιδιές που ανάλυχαν λίγο και φόρτωναν και ξεφόρτωναν στο χωριό.
Στους δρόμους προς τα αμπέλια ήσαν μεγάλες παρελάσεις. Φάλαγγες από ζώα άλλοι πήγαιναν και άλλοι ερχόταν φορτωμένα. Στο αμπέλι υπήρχε βούτα μικρός κάδος ξύλινος που λιώναμε τα σταφύλια ή με το αντί του λάκκου ή με το στουμπιστήρι. Ο γέρο-Λαχανάς εκείνη την ημέρα το έκλεινε το σχολείο για να απολαύσουν τα παιδιά το πανηγύρι του τρύγου διότι την άλλη ημέρα θα το γράφαμε και έκθεση. Όλα αυτά δεν ξεχνιούνται, όποιος τελείωνε πρώτα βοήθαγε το συγγενή του, το γείτονα, το φίλο, το κουμπάρο.
Το καλύτερο θέαμα στον τρύγο ήταν το βράδυ, πολλοί κοιμόταν στα αμπέλια άναβαν φωτιές που λαμποκόπαγε το δραγασιό. Τον τελευταίο δρόμο αυτοί που φεύγαν για το χωριό οι γυναίκες βαστάγαν στα χέρια τους, τις κρεμαστάρες τα καλύτερα σταφύλια και διαλεχτά σταφύλια φιλέρια, ροδίτες, αλεπούδες και ασπρούδες τα κρέμαγαν στα χαγιάτια και στα ταβάνια των σπιτιών και τρώγανε έως του Αγίου Φιλίππου και ακόμα. Το καλύτερο έδεσμα στον τρύγο ήταν η ρέγγα την έλεγαν και σκουράντζο. Άναβαν φωτιά με αγκάθια και τις καπσαλίζαν και μοσχοβολούσε ο τόπος.
Την πρώτη μέρα πιάναν τις άκρες οι κυνηγοί, φώλιαζαν πολλοί λαγοί στα αμπέλια και το ντουφεκίδι με την Δημητσανήτικη μπαρούτι πήγαινε καπνός, σωστός πόλεμος. Οι γέροι γραδέρναν τα κρασιά, πρακτικώς άμα κόλλαγε ο μούστος στα χέρια είχε βαθμούς. Άλλοι γέμιζαν ένα τσουκάλι μούστο και ρίχναν ένα φρέσκο αυγό μέσα όπως το γεννάει η κότα. Όταν το αυγό στεκόταν πάνω το κρασί είχε βαθμούς όταν βούλιαζε ήταν αδύνατο. Της Βλαχέρνας το δραγασιό βγάζει το καλύτερο κρασί άρωμα γιατί έχει ποικιλία σταφυλιών έχουν καλούς βαθμούς. Συντηρούνται σε υπόγεια άνευ χημικών φαρμάκων και το πίνεις ευχαρίστως χωρίς να σου κουδουνίσει το κεφάλι.
Στο τέλος οι γυναίκες βάσταγαν μούστο για πετιμέζι και για μουσταλευριά, που ρίχνανε μέσα στο χυλό τις βουλιές, μυγδαλοκάρυδα και τσαπελόσυκα τα λεγόμενα φουντούκια. Το πετιμέζι βρισκόταν χρονικώς για τις τηγανίτες, για το πότζι με το τσίπουρο και για το τσουκαλόκαυτο κρασί. Τώρα ο τρύγος έχασε την παλιά του αίγλη, δεν αισθάνεσαι τίποτα ούτε σου προξενεί καμιά εντύπωση. Σε λίγες μέρες αφού σπιρταριζώσαν τα τσίπουρα στην κάδη, έστεναν τα καζάνια και βγάζαμε το τσίπουρο. Εκεί γινόταν δοκιμές από τους “ειδικούς” να ιδούνε τίνος είναι δυνατότερο το ούζο και φεύγαν στουπί!!