Αγιοκατάταξη του Γερβασίου Παρασκευόπουλου
Στις 26 Αυγούστου 2019, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος κατόπιν εισηγήσεως του Μητροπολίτη Πατρών Χρυσοστόμου υπέβαλε αίτημα αγιοκατάταξής του, προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην αρμοδιότητα της Ιεράς Συνόδου του οποίου περιλαμβάνεται η ανακήρυξη των Αγίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, εισηγήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2023, στην Αγία και Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου και αποφασίσθηκε η επίσημη κατάταξη στις δέλτους των Αγίων της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας, του Αγίου Γερβασίου των Πατρών.
Την ίδια ημέρα, ο Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος εξέδωσε σχετική εγκύκλιο: “Σήμερον ημέρα εόρτιος και ευφροσύνης ανάπλεως διά την πόλιν των Πατρών”, ενὠ το απόγευμα της ίδιας ημέρας πραγματοποίησε στο χώρο της κατασκήνωσης στα Συχαινά, τον πρώτο πανηγυρικό εσπερινό εις τιμήν και μνήμην του Αγίου Γερβασίου Πατρών , με την παρουσία Μητροπολιτών, Ιερέων, Μοναχών, Μοναζουσών και πλήθους λαού.
Ο Άγιος Γερβάσιος Παρασκευόπουλος (1877-1964) ήταν Έλληνας θεολόγος και κληρικός. Θεωρείται μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της νεότερης ιστορίας της Πάτρας. Διετέλεσε Ηγούμενος της Μονής Γηροκομείου Πατρών, καθώς και Πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών (1939-1941). Κατέστη ιδιαίτερα αγαπητός λόγω της προσφοράς στους Μικρασιάτες πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Πάτρα, αλλά και για τη βοήθεια που προσέφερε στους πένητες και περιθωριακούς πολίτες της εποχής. Έλαμψε με την ζωή, την διδασκαλία και το πλούσιο ποιμαντικό και πνευματικό του έργο, στην Ιερά Μητρόπολη των Πατρών και εκτός των ορίων της.
Ο Γέροντας Γερβάσιος γεννήθηκε ως Γεώργιος Παρασκευόπουλος το 1877, στο χωριό Νυμφασία (τότε Γρανίτσα) Γορτυνίας. Γονείς του ήταν ο Χαράλαμπος και η Βασιλική Παρασκευοπούλου, την οποία και έχασε στην ηλικία των 3 ετών. Ο πατέρας του ήταν γεωργός και κτηνοτρόφος της περιοχής και λόγω αδυναμίας του να εργάζεται και να παρέχει τα απαραίτητα στην οικογένειά του, παντρεύτηκε ξανά. Η μητριά όμως του Γεωργίου, του φερόταν βάναυσα πολλές φορές. Ο μικρός Γεώργιος ήταν πολύ εργατικός, ενώ ταυτόχρονα έδειχνε ιδιαίτερη έφεση στα γράμματα, με αποτέλεσμα να πρωτεύσει στο Δημοτικό σχολείο της περιοχής. Περνώντας την ηλικία των δώδεκα ετών, λόγω των έντονων οικονομικών προβλημάτων της οικογένειάς του, υποχρεώνεται να εργάζεται βοηθός σε διάφορες δουλειές για να αποκομίσει τα προς το ζην. Ο ίδιος όμως επιθυμεί να φοιτήσει στο σχολείο, τη στιγμή που ήδη είχε αρχίσει να δείχνει κλίση προς την εκκλησιαστική ζωή που θα ακολουθούσε, θέλοντας να γίνει μοναχός.
Έτσι θέλοντας να συνδυάσει και τις δύο ιδιότητες εισέρχεται το 1891 στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κερνίτσης ως υποτακτικός, ενώ την ίδια στιγμή επιδίδεται στη μελέτη των γραμμάτων, τόσο των εκκλησιαστικών, όσο και της θύραθεν παιδείας.Τρία έτη παρέμεινε εκεί και κατόπιν εισέρχεται στην Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, όπου υπήρχε και Σχολαρχείο, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει τη γραμματική και πνευματική του πρόοδο, ενώ πλέον γίνεται δόκιμος μοναχός. Η άφιξή του έγινε με περιπετειώδη τρόπο καθώς αναγκάστηκε να ταξιδέψει από το Μοναστήρι της Κερνίτσας ως το Μέγα Σπήλαιο στα Καλάβρυτα, περπατώντας μέσα στο κρύο .Εν τέλει παραμένει για να αναρρώσει στη Μονή του Αγίου Αθανασίου Κλειτορίας, έχοντας ασθενήσει σοβαρά πριν φτάσει όπου τον περιέθαλψε ο Μοναχός Βησσαρίων. Όταν συνήλθε από την ασθένεια, προσήλθε στη Μονή Μεγάλου Σπηλαίου. Ήταν η Διακαινήσιμος εβδομάδα του 1894. Στο Μοναστήρι όμως αδιαφόρησαν για την πνευματική του καλλιέργεια και έτσι αναγκάστηκε να φύγει από εκεί, καθώς αυτό που ζητούσε του ήταν να συνεχίσει τη μελέτη των γραμμάτων κάτι που δε συνέβη στη Μονή. Έτσι με νέα οδοιπορία πηγαίνει στη Μονή Ταξιαρχών Αιγιαλείας, που επίσης είχε σχολαρχείο. Εκεί τον υποδέχθηκαν και τον περιέβαλαν με ιδιαίτερη αγάπη (Σε όλες τις παραπάνω Μονές του είχαν ανατεθεί αρκετά και δύσκολα διακονήματα – εργασίες).Στο σχολαρχείο της Μονής ο δόκιμος μοναχός Γεώργιος αρίστευσε, αλλά λόγω των επιδόσεών του και της διαγωγής του, στράφηκαν εναντίον του πολλοί μοναχοί μέσα στη Μονή, με αποτέλεσμα, να συκοφαντηθεί. Όμως δεν πέρασε πολύς καιρός μέχρι να αποκαλυφθούν οι ραδιουργίες σε βάρος του και να φανερωθεί η αθωότητά του
Αποφασίζει να φύγει και από τη Μονή Ταξιαρχών και το 1897 φτάνει στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου της Γηροκομήτισσας, λίγο έξω από την Πάτρα, στην οποία εγκαταβιώνει εγγραφόμενος στο μοναχολόγιο της Μονής.Τότε στην Πάτρα δέσποζε η μορφή του Μητροπολίτου Ιεροθέου Μητρόπουλου.
Το 1899 στρατεύτηκε. Στις 30 Αυγούστου του 1903 κείρεται μοναχός στην Ιερά Μονή Θεοτοκίου Άρτης, μετονομαζόμενος σε Γερβάσιος, ενώ στις 2 Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους χειροτονείται ιεροδιάκονος. Το 1905 αποφοιτά από το Σχολαρχείο και εισάγεται στο ανώτερο Φροντιστήριο της Ριζαρείου Σχολής επί διευθύνσεως του Αγίου Νεκταρίου, ο οποίος τον εκτιμούσε και αγαπούσε ιδιαίτερα διαβλέποντας σε αυτόν -όπως είχε πει – “τον αυριανό πνευματικό ηγέτη της εκκλησίας”.
Το 1906 μετά από διαγωνισμό, του χορηγείται επταετής υποτροφία του κληροδοτήματος της εν Γορτυνία Αικατερίνης Μαντζούνη, δηλαδή μέχρι το πέρας της φοιτήσεως στη Θεολογική Σχολή Αθηνών στην οποία εισήχθη το 1909 αποφοιτώντας από τη Ριζάρειο. Το 1910 σε ηλικία 33 ετών χειροτονείται ιερέας και 4 έτη αργότερα το 1914 λαμβάνει το πτυχίο του διδάκτορος της θεολογικής σχολής.Κατά την παραμονή του στην Αθήνα ο Μητροπολίτης Θεόκλητος Μηνόπουλος εκτίμησε πολύ την προσωπικότητα και τη μόρφωση του Γερβασίου και γι’ αυτό τον τοποθέτησε στη θέση του Πρωτοσυγκέλλου της Μητροπόλεως των Αθηνών. Το 1918 διορίζεται καθηγητής στο Α΄ Ελληνικό Σχολείο Ερμουπόλεως Σύρου, όπου και παραμένει για ένα χρόνο. Το 1919 επιστρέφει στη Μονή Γηροκομείου και εκλέγεται ηγούμενος της Μονής. Πρώτη του ενέργεια είναι να αρχίσει την ανακαίνιση της Μονής. Η προσπάθειά του δεν τελεσφορεί, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει το 1943 με την άδεια του Μητροπολίτη Αντώνιου από τη Μονή και να ξεκινήσει το έργο του στην πόλη της Πάτρας όπου διέμεινε στο εξής, παραμένοντας πάντοτε εγγεγραμμένος στο Μοναχολόγιο της Μονής Γηροκομείου.
Λίγα έτη νωρίτερα το 1912, ο π. Γερβάσιος είχε διακόψει τις σπουδές του. Ο λόγος ήταν η κατάταξή του στον στρατό ως στρατιωτικός ιερέας, στο «Ανεξάρτητο Ευρυζωνικό Απόσπασμα Κωνσταντινόπουλου», κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους εμψυχώνοντας και μεταδίδοντας το θείο λόγο και την ελπίδα στο ελληνικό στράτευμα, για την απελευθέρωση των ελληνικών εδαφών. Ο Μητροπολίτης Εδέσσης και Πέλλης, Διονύσιος Παπανικολόπουλος, στρατιωτικός ιερέας τότε, έγραψε για το γέροντα: «…Τον ενθυμούμαι με φορτωμένον τον σάκκον με τας αποσκευάς του, διάβροχον και μέχρι λαιμού λασπωμένον να βαδίζει δρόμον μέσα στις λάσπες του πεδίου της μάχης των Γιαννιτσών δίπλα εις τους αερόποδας ευζώνους μας. Και εγώ δεν ήμουν εις καλυτέραν κατάστασην. Αντηλλάξαμεν θερμόν αδελφικόν ασπασμόν και έκαστος ακολουθήσαμεν τον δρόμον του. Δια δευτέραν φοράν πάλιν συνηντήθημεν την 15η Ιουλίου 1913 στα υψώματα του τζαμί Τεπέ, εντός βουλγαρικού εδάφους. Ήτο τότε κατάκοπος και νήστις. Ως μου είπε, είχε τρεις ημέρες να βάλει κάτι εις το στόμα του. Είχα κάποιο ξεροκόμματον εγώ εις το σακκίδιόν μου. Του το προσέφερα. Το εδέχθη. Με ησπάσθη και έφυγε ακολουθών τους ευζώνους του προς Μέτσοβον». Την ίδια εποχή οδηγήθηκε αδίκως σε δίκη στο Στρατοδικείο, υπερασπίστηκε ο ίδιος τον εαυτό του και αθωώθηκε.
Το 1922 μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή θα βρουν καταφύγιο στην Πάτρα οικογένειες Μικρασιατών, που αριθμούσαν περισσότερα από 7000 άτομα. Πολλοί πατρινοί και ιδίως οι πιο ευκατάστατοι δεν αποδέχονται εύκολα την είσοδο στην πόλη των προσφύγων. Ο ίδιος την ίδια εποχή θα γράψει:«…απομονώνονται εις ένα γκέτο από την υπόλοιπη Πατραϊκή κοινωνία και για κάθε αναταραχή, πολιτική ή κοινωνική, τους θεωρούν ύποπτους και υπεύθυνους, με συνέπεια συλλήψεις, εφορίες, φυλακίσεις». Μέσα σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση ο Γέροντας Γερβάσιος θα σταθεί δίπλα στους Μικρασιάτες. Θα τους περιθάλψει με αγάπη, θα διαδώσει το μήνυμα της ελπίδας και του θάρρους. Περιέρχεται τους καταυλισμούς, ενδιαφέρεται ένθερμα γι´αυτούς, τους ενισχύει ηθικά και υλικά, με όσες δυνάμεις έχει και όσους λιγοστούς πολίτες συντάσσονται στο πλευρό του.
Ο πατέρας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος πίστευε στη λυτρωτική σημασία της Θείας Λειτουργίας, γι αυτό λειτουργούσε 4 με 5 φορές την εβδομάδα σε πρωινές και νυκτερινές Θείες Λειτουργίες. Ο ναός της Αγίας Αικατερίνης στη λεγόμενη περιοχή των προσφυγικών ήταν πάντοτε πλήρης. Η προσφορά του στους πρόσφυγες, αλλά και η φωτισμένη μορφή του είχε αρχίσει να διαφαίνεται μέσα στα δύσκολα χρόνια της φτώχειας και πλήθος πιστών συνέτρεχε σε αυτόν με αποτέλεσμα η φήμη του να εξαπλώνεται διαρκώς πέρα από τα στενά όρια της Πάτρας. Ο π. Γερβάσιος είχε ένα ιδιαίτερο χάρισμα: την επαφή με τους νέους ανθρώπους και τη μεγάλη του αγάπη και φροντίδα για τα παιδιά και τις μητέρες ενώ η αγάπη του απλωνόταν σε καθένα που είχε ανάγκη υλική ή πνευματική. Η κοινωνική και εκκλησιαστική προσφορά του είναι ανεκτίμητη. Το 1923 ίδρυσε και οργάνωσε τα κατηχητικά της πόλεως της Πάτρας που ήταν τα πρώτα στην Ελλάδα κάνοντας κατηχητικό κέντρο τον Ναό του Αγίου Δημητρίου. Το 1931 ίδρυσε τη σχολή βιοτεχνίας και χειροτεχνίας, το 1932 ίδρυσε νηπιαγωγείο, το 1934 ίδρυσε τη Νυκτερινή σχολή αναλφαβήτων.
Το 1934 ίδρυσε κοντά στη Μονή Προφήτου Ηλία, εκκλησιαστική κατασκήνωση, στο χώρο της οποίας βρέθηκε τον Αύγουστο του 1960 σε διαδικασία κοπής δέντρων, αχειροποίητος σταυρός εγγεγραμμένος σε κορμό πεύκου που φύτεψε ο ίδιος στις 17/2/1929 στο πλαίσιο δεντροφύτευσης πεύκων από τους μικρούς κατασκηνωτές οι οποίοι φύτεψαν ένα πεύκο καθένας. Ο π. Γερβάσιος σχολιάζοντας ταπεινά το θαυμαστό γεγονός είπε απλά ότι ” αυτό έγινε χάριν των αγαθών και αναμαρτήτων παιδιών”. (Κομμάτια με τον εγγεγραμμένο αχειροποίητο σταυρό Σταυρό από τον κορμό του πεύκου εκείνου. υπάρχουν σήμερα στην Ι. Μητρόπολη Πατρών, στην Ι.Μονή Γηροκομείου, στην Ι. Μονή Προφήτου Ηλιού και στην Αγία Παρασκευή Συχαινών).Το 1938 ίδρυσε το θρησκευτικό σωματείο «Κατηχητικός Όμιλος Ορθοδόξων Πατρών».
Τον Απρίλιο του 1941 ως Πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών είναι παρών στις στιγμές αντίστασης του Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου απέναντι στους Γερμανούς κατακτητές. Οργανώνει συσσίτια, διασώζει τραυματίες, ασθενείς και αστέγους, οργανώνει τις ενορίες της Αρχιεπισκοπής επιβλέποντας και βοηθώντας στην σωστή λειτουργία τους. Το 1944 η φήμη του για τις ικανότητές του, αλλά και για την προσωπικότητά του η οποία ξεπερνούσε τα αυστηρά θρησκευτικά και πολιτειακά σύνορα, τον φέρνουν επικεφαλής επιτροπής η οποία προσπάθησε να συμφιλιώσει τους ηγέτες Ε.Α.Μ. – Ε.Δ.Ε.Σ. Επιτυχία του θεωρήθηκε η αποτροπή σφαγών και διωγμών στην ευρύτερη περιοχή των Πατρών.
Το 1948 ίδρυσε σχολή χειροτεχνίας ενώ το 1954 ιδρύει νέα εκκλησιαστική κατασκήνωση στα Συχαινά Αχαΐας εντός της οποίας ανεγείρει Ναό της Αγίας Παρασκευής. Παράλληλα δεν πρέπει να λησμονείται η μεγάλη του φιλανθρωπική προσπάθεια με εράνους προς ενίσχυση των φτωχών Πατρινών.
- Στη διάρκεια της ιερατικής του διακονίας δημοσιεύει τακτικά θεολογικά επίκαιρα άρθρα του, σε τοπικές εφημερίδες των Πατρών και συγγράφει πλήθος κατηχητικών μαθημάτων.
- Το 1951 εκδίδει το βιβλίο «Ευσεβείς Μελέται» στο οποίο περιέχονται κηρύγματα σε ευαγγελικά αναγνώσματα Κυριακών που είχαν δημοσιευθεί σε τοπικές εφημερίδες..
- Το 1954 εκδίδει το βιβλίο «Επίκαιρα προβλήματα» στο οποίο πραγματεύεται καθημερινά ζητήματα υπό το φως των ιερών κανόνων.
- Το 1958 εκδίδει το βιβλίο «Ερμηνευτική επιστασία επί της θείας Λειτουργίας» στο οποίο αναλύει και ερμηνεύει σε βάθος τα τελούμενα στη Θεία Λειτουργία (επανέκδοση 2005).
Το τέλος της ζωής του Πατρός Γερβασίου επήλθε στις 30 Ιουνίου 1964 σε ηλικία 87 ετών. Η κοίμησή του προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση στο λαό των Πατρών, που έζησε το ευρύ ποιμαντικό, θεολογικό, κοινωνικό του έργο, αλλά και την πολύπλευρη προσωπικότητά του, που εμφορούνταν εκτός των άλλων από ταπείνωση, αγάπη και πίστη προς τον Θεό, αγάπη και φροντίδα για τον Λαό γηγενή και προσφυγικό, βίωση της Εκκλησίας ως Σώματος του Χριστού, και έμπρακτο σεβασμό προς τη διοικούσα και ποιμένουσα Εκκλησία.
Στην εξόδιο ακολουθία που τελέστηκε στον ασφυκτικά γεμάτο Ι. Ναό Αγίου Δημητρίου Πατρών επικρατούσε η αίσθηση ότι κηδεύεται ένας άγιος. Ετάφη στην εκκλησιαστική κατασκήνωση Συχαινών. πίσω από την κόγχη του ιερού της Αγίας Παρασκευής. Ο Ανδρέας Παπανδρέου θα δηλώσει για το θάνατο του Πατρός Γερβασίου: “Ο θάνατος του πατρός Γερβασίου μέγιστον και δυσαναπλήρωτον κενόν κατέλιπε. Η μνήμη του ας είναι, και θα είναι, αιώνια». Παρόμοιες δηλώσεις έγιναν από άλλα σημαίνοντα πολιτικά και εκκλησιαστικά πρόσωπα εκείνης της περιόδου.Αργότερα έγινε και πρόταση τοποθέτησης προτομής του σε σημείο της πόλης.
H Iεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, σε έγγραφό της, το οποίο συντάχθηκε στη συνεδρία της 2 Νοεμβρίου 1965 και απευθύνεται στον τότε Μητροπολίτη Πατρών Κωνσταντίνο αναφέρειː “Η προβολή της μεγάλης μορφής του πρεσβυτέρου Γερβασίου Παρασκευοπούλου και της αγίας αυτού ζωής, θα αποβεί ωραίος υπογραμμός δια τους επιγιγνομένους…”.
Κατά την ημέρα ανάμνησης της κοιμήσεως του π. Γερβασίου (30 Ιουνίου) πραγματοποιούνται εκδηλώσεις από την Ιερά Μητρόπολη Πατρών εις μνήμην του.
Με τη συμπλήρωση 50 ετών από την κοίμηση του π. Γερβασίου Παρασκευόπουλου έγινε στις 29 Ιουνίου 2014 στο χώρο της κατασκήνωσης στα Συχαινά, σε κλίμα συγκίνησης η ανακομιδή των λειψάνων του από τον Μητροπολίτη Πατρών Χρυσόστομο με την παρουσία και άλλων μητροπολιτών, πολλών κληρικών και πλήθους λαού.